Τι σημαίνει το sotto στο Ιταλικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης sotto στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sotto στο Ιταλικό.

Η λέξη sotto στο Ιταλικό σημαίνει κάτω, κάτω, κάτω, -, υπό, κάτω από, από κάτω, υπό, κάτω από, κάτω από, στον βυθό, κάτω από, κάτω από, κάτω από, από κάτω, από κάτω, από κάτω, πίσω, παρακάτω, μείον, κάτω, κοιλιά, κάτω από, πίσω από, -, κατώτερος, κάτω από, κατώτερος, κάτω από το μηδέν, υπό-, απαξιωτικός, σε πίνακα, έχω όλο το πακέτο, υπόγειο ρεύμα, μπροστινές σειρές, χτυπάω, στην τσίτα, μασκαράς, χτυπώ, μείον, έχω κπ στο χέρι, που έχει δεσμευτεί με όρκο, σνομπ, σφραγισμένος, παστός, κατακρίνω, επικρίνω, παθαίνω σοκ, μυστικός, κατώτερης ποιότητας, υποδαπέδιος, κάτωθι αναφερόμενος, εμπόλεμος, υποεπιφανειακός, πιο ήπιος, χαμηλότερος από τις απαιτήσεις, κάτω από το μηδέν, γεννημένος τυχερός, στο προσκήνιο, στην επικαιρότητα, υπό την επιρροή, που βρίσκεται σε κατάσταση σοκ, πιεσμένος, που έλαβε εικονική θεραπεία, κάτω από το μηδέν, κάτω από τον μέσο όρο, μυστικός, κρυφός, κρεμαστός, καταγής, κατάχαμα, με ιατρικούς όρους, από όλες τις απόψεις, από κάθε άποψη, -, υπό έλεγχο, -, υπό έλεγχο, υπό την απειλή όπλου, κατά τα άλλα, σε διάλυμα, σε κατάθλιψη, στις μαύρες, στο φως της δημοσιότητας, στο φως της δημοσιότητας, σε άδεια, υπό έλεγχο, ετοιμοπόλεμος, γίνομαι στόχος επίθεσης, υπό στενή παρακολούθηση, υπό κράτηση, υπό κράτηση, στην φυλακή, υπό πίεση, σε πολιορκία, υπό παρακολούθηση, υπό τον έναστρο ουρανό, κάτω από τ'αστέρια, κάτω από την επιφάνεια, στην φροντίδα σου, υπό την κηδεμονία σου, υπό τον έλεγχο, υπό τον έλεγχο, με το πρόσωπο προς τα κάτω, υπό έλεγχο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης sotto

κάτω

preposizione o locuzione preposizionale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Il meccanico sta lavorando sotto la macchina.
Ο μηχανικός εργάζεται κάτω από το αυτοκίνητο.

κάτω

preposizione o locuzione preposizionale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
La pietra ha fatto un grande tonfo ed è scomparsa sott'acqua.
Η πέτρα έκανε ένα μεγάλο παφλασμό και εξαφανίστηκε κάτω από το νερό.

κάτω

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
L'assistente di volo è scesa sotto per cercare una valigia con il farmaco per il cuore di Marie.
Η αεροσυνοδός πήγε κάτω να ψάξει για τη βαλίτσα με τα φάρμακα της Μαρί για την καρδιά της.

-

preposizione o locuzione preposizionale (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Sotto che cosa devo archiviare queste fatture?
Σε ποια κατηγορία να αρχειοθετήσω αυτές τις αποδείξεις;

υπό

preposizione o locuzione preposizionale

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Il generale rispetta le persone al di sotto di lui.
Ο στρατηγός σέβεται όσους είναι κάτω από αυτόν.

κάτω από

preposizione o locuzione preposizionale

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Gli esperti hanno trovato un disegno semplice sotto il dipinto.
Οι ειδικοί ανακάλυψαν ένα απλό σκίτσο κάτω από τη ζωγραφιά.

από κάτω

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Il tappeto sta sotto, e i mobili sopra di esso.

υπό

preposizione o locuzione preposizionale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Le cose migliorarono sotto il governo della regina.

κάτω από

preposizione o locuzione preposizionale

Teniamo la caffettiera sotto le tazzine.
Η καφετιέρα φυλάσσεται κάτω από τα φλιτζάνια του καφέ.

κάτω από

preposizione o locuzione preposizionale (temperatura)

Il vino rosso non dovrebbe mai essere servito al di sotto della temperatura ambiente.

στον βυθό

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Andiamo giù in cerca di conchiglie.

κάτω από

preposizione o locuzione preposizionale

I pesci si muovevano rapidamente sotto la superficie del lago.

κάτω από

Poche persone avevano esplorato le gallerie sotto la città.
Λίγοι είχαν εξερευνήσει ποτέ τις κατακόμβες κάτω από την πόλη.

κάτω από

preposizione o locuzione preposizionale

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

από κάτω

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Ο τοίχος ήταν πολύ ψηλός για να τον σκαρφαλώσουν οι κρατούμενοι και έτσι έσκαψαν από κάτω του.

από κάτω

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
La zucca si era ammuffita sotto.
Η κολοκύθα είχε μουχλιάσει από κάτω.

από κάτω

avverbio

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
La piatta superficie dell'acqua nascondeva le rocce pericolose sotto.

πίσω

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
La squadra danese è sotto di dieci punti.
Η δανέζικη ομάδα είναι δέκα πόντους πίσω.

παρακάτω

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

μείον

avverbio (denaro, in perdita)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Siamo già sotto di trenta dollari e siamo solo all'inizio.
Έχουμε πέσει έξω κατά τριάντα δολάρια και έχουμε μόλις ξεκινήσει.

κάτω

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Rachel è scesa giù ad aprire la porta agli ospiti.
Η Ρέιτσελ έτρεξε κάτω για ν' ανοίξει στους καλεσμένους της.

κοιλιά

sostantivo maschile (κάτω μέρος ζώου, πουλιού)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

κάτω από, πίσω από

preposizione o locuzione preposizionale (μεταφορικά)

Dietro il sorriso stampato era infuriata.

-

preposizione o locuzione preposizionale (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
È sotto antibiotici.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Κάνει δίαιτα.

κατώτερος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
È un sottufficiale, ha pochi poteri.

κάτω από

Ο λοχίας είναι κάτω από τον συνταγματάρχη;

κατώτερος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Non si rivolge a nessuno che sia sotto di lei.
Δεν μιλούσε σε κανέναν που ήταν κατώτερός της.

κάτω από το μηδέν

preposizione o locuzione preposizionale (temperatura)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
La temperatura attuale in alcune zone del Canada è 35 gradi sotto lo zero.
Η θερμοκρασία σε ορισμένα μέρη του Καναδά είναι τώρα 35 βαθμοί κάτω από το μηδέν (or: υπό του μηδενός).

υπό-

aggettivo

Questa macchina ha scarsa potenza.

απαξιωτικός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Quando si tratta di musica pop il professore è sprezzante. A lui piace solo la classica.

σε πίνακα

(διάταξη)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

έχω όλο το πακέτο

(colloquiale: persona affascinante)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Quel ragazzo è una vera bomba: è bello, ha un lavoro e una casa di proprietà.
Ο τύπος έχει όλο το πακέτο: είναι ωραίος και έχει δουλειά και δικό του σπίτι.

υπόγειο ρεύμα

(κυριολεκτικά)

μπροστινές σειρές

χτυπάω

(con un veicolo)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'autobus ha fatto ritardo perché un ciclista era stato investito da un'auto.
Το λεωφορείο καθυστέρησε γιατί ένας ποδηλάτης παρασύρθηκε από ένα αμάξι.

στην τσίτα

aggettivo (αργκό)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

μασκαράς

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

χτυπώ

(con veicolo) (με αμάξι κπ/κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Un uomo è rimasto ferito quando un auto guidata da un ladro lo investì e sfrecciò via.

μείον

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Durante l'inverno la temperatura esterna era di meno dieci gradi.

έχω κπ στο χέρι

(μεταφορικά, ανεπίσημο)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Sono anni che i Democratici controllano i seggi per il Senato del New Jersey.

που έχει δεσμευτεί με όρκο

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Ο ιερέας θεωρούσε ότι είχε δεσμευτεί με όρκο απέναντι στον Θεό. Οι πολιτικοί είναι εκλεγμένοι και ορκωτοί αξιωματούχοι.

σνομπ

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

σφραγισμένος

(documento)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

παστός

(sotto sale)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Amo il pesce salato, ma mio fratello non lo sopporta.

κατακρίνω, επικρίνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

παθαίνω σοκ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Wendy è rimasta scioccata quando ha saputo che suo fratello stava divorziando.
Η Γουέντι έπαθε σοκ όταν άκουσε πως ο αδελφός της έπαιρνε διαζύγιο.

μυστικός

locuzione aggettivale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Un agente sotto copertura ha accettato di vendergli degli stupefacenti.
Ένας μυστικός πράκτορας συμφώνησε να του πουλήσει ναρκωτικά.

κατώτερης ποιότητας

locuzione aggettivale

(φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.)
David è stato licenziato perché il suo lavoro era al di sotto dello standard.

υποδαπέδιος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
C'è un impianto di riscaldamento sotto il pavimento in tutta l'abitazione.

κάτωθι αναφερόμενος

(επίσημο)

Gli studenti sotto indicati devono presentarsi all'ufficio del preside.

εμπόλεμος

locuzione aggettivale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

υποεπιφανειακός

locuzione aggettivale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

πιο ήπιος

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Era parecchio sottotono e non ha quasi aperto bocca.

χαμηλότερος από τις απαιτήσεις

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Ci dispiace, ma sarai licenziato. La qualità del tuo lavoro è al di sotto delle aspettative.

κάτω από το μηδέν

avverbio

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Cacchio, qui fuori siamo sottozero!

γεννημένος τυχερός

(figurato: fortunato)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Nella vita non ho mai avuto grossi problemi. Devo essere nato con la camicia.

στο προσκήνιο, στην επικαιρότητα

verbo intransitivo (figurato)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Adesso è sotto i riflettori perché il suo nuovo libro sta per uscire.

υπό την επιρροή

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Sotto l'influenza della retorica comunista, Pietro rifiutò di considerare gli aspetti positivi del capitalismo.

που βρίσκεται σε κατάσταση σοκ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
I pazienti sotto shock necessitano del ricovero immediato.

πιεσμένος

locuzione aggettivale (μτφ: από δουλειά, άγχος)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
I dipendenti sono già sotto pressione; come pensi di prendere un nuovo cliente senza assumere altre persone?

που έλαβε εικονική θεραπεία

aggettivo (medicina)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κάτω από το μηδέν

locuzione aggettivale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

κάτω από τον μέσο όρο

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

μυστικός, κρυφός

(operazione, azione, ecc.)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Neil è uno specialista militare e lavora in operazioni sotto copertura.

κρεμαστός

locuzione aggettivale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

καταγής, κατάχαμα

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Sharon amava il rumore della neve scricchiolare sotto i piedi.

με ιατρικούς όρους

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

από όλες τις απόψεις

(μεταφορικά)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

από κάθε άποψη

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

-

(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
La strega malvagia ha posto la principessa sotto incantesimo.
Η κακιά μάγισσα έκανε μάγια στην πριγκίπισσα.

υπό έλεγχο

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Non preoccuparti, qui in ufficio ho tutto sotto controllo.

-

(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Prima di testimoniare sono stato posto sotto giuramento. Mentire sotto giuramento è una forma di spergiuro.
Με όρκισαν πριν ανέβω το εδώλιο του μάρτυρα. Το να πεις ψέματα ενώ έχεις ορκιστεί είναι μια μορφή ψευδορκίας.

υπό έλεγχο

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Non mi serve nessun aiuto, ho tutto sotto controllo.

υπό την απειλή όπλου

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Gli uomini mascherati tenevano la vittima sotto tiro e le chiesero del denaro.

κατά τα άλλα

avverbio

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Talvolta mio zio può risultare antipatico, ma sotto altri aspetti è un brav'uomo.

σε διάλυμα

(tecnico, chimica)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Alcuni trovano più semplice prendere l'aspirina in soluzione invece di deglutire pillole intere.

σε κατάθλιψη, στις μαύρες

(figurato, colloquiale)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
È rimasto giù di corda tutto il giorno perché ieri la sua squadra del cuore ha perso.

στο φως της δημοσιότητας

(figurato)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Se hai intenzione di essere un politico, devi essere preparato a vivere sotto i riflettori.

στο φως της δημοσιότητας

(figurato)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
La diva si abituò presto a vivere sotto ai riflettori.

σε άδεια

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Sarò in ferie per le prossime due settimane.
Θα είμαι σε άδεια για τις επόμενες δυο εβδομάδες.

υπό έλεγχο

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
L'organizzatore della festa ha messo a punto tutti i dettagli della grande festa di compleanno.

ετοιμοπόλεμος

avverbio (al fronte, in guerra)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

γίνομαι στόχος επίθεσης

avverbio

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Si resero conto che il castello era sotto assedio.

υπό στενή παρακολούθηση

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
I prigionieri mafiosi sono sotto stretta sorveglianza.

υπό κράτηση

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

υπό κράτηση, στην φυλακή

avverbio (chiuso a chiave)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Dopo la rapina lo misero sotto chiave.

υπό πίεση

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Era sotto pressione da una settimana ma alla fine ha detto sì.

σε πολιορκία

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
La città è stata sotto assedio per mesi prima che la popolazione si arrendesse.

υπό παρακολούθηση

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
La polizia tenne la gang sotto sorveglianza per diverse settimane. Stiamo tenendo questi due uomini sotto sorveglianza.
Η αστυνομία είχε την συμμορία υπό παρακολούθηση για αρκετές εβδομάδες. Έχουμε αυτούς τους δύο άντρες υπό παρακολούθηση.

υπό τον έναστρο ουρανό, κάτω από τ'αστέρια

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

κάτω από την επιφάνεια

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

στην φροντίδα σου, υπό την κηδεμονία σου

avverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Dovresti dare notizia a tutti i pazienti sotto le tue cure che stai per lasciare questo ufficio.

υπό τον έλεγχο

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Questo soldato sarà sotto la tua responsabilità.

υπό τον έλεγχο

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

με το πρόσωπο προς τα κάτω

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Metti il documento a faccia in giù sul vetro per acquisirlo.

υπό έλεγχο

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
È difficile tenere in riga una classe di bambini di 5 anni.
Είναι δύσκολο να κρατάς υπό έλεγχο μια τάξη από πεντάχρονα. Τα μέλη της ομάδας δεν πειθαρχούσαν, αλλά ο νέος προπονητής σύντομα τους είχε υπό έλεγχο.

Ας μάθουμε Ιταλικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sotto στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.

Σχετικές λέξεις του sotto

Γνωρίζετε για το Ιταλικό

Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.