Τι σημαίνει το salvo στο Ιταλικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης salvo στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του salvo στο Ιταλικό.

Η λέξη salvo στο Ιταλικό σημαίνει σώζω, κερδίζω, αποθηκεύω, προσηλυτίζω, εκχριστιανίζω, σώζω, διασώζω, πληρώνω την εγγύηση κπ, αποθηκεύω, σώζω, περισώζω, περισυλλέγω, σώζω, γλιτώνω, ανακτώ, λυτρώνω, σώζω, κάνω αρχειοθέτηση, σώζω την παρτίδα, περισώζω, περισυλλέγω, αποθηκεύω, ασφαλής, εκτός από, με εξαίρεση, εκτός από το να κάνω κτ, εκτός, εκτός από, κπ/κτ που με σώζει, σωτήρας, απεγνωσμένα, απελπισμένα, σώζω κπ από κτ, γλιτώνω κπ από κτ, δεν φέρνω κπ σε δύσκολη θέση, περισώζω την αξιοπρέπειά μου, σώζω κπ από κτ, γλιτώνω κπ από κτ, σώζω κπ από κτ, αποθηκεύω κτ στους σελιδοδείκτες, αποθηκεύω προσωρινά, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, απελευθερώνω, ελευθερώνω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης salvo

σώζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La squadra di ricerca ha salvato dieci persone.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Η ομάδα διάσωσης έσωσε τους επιζώντες.

κερδίζω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha salvato la partita con il suo gol.

αποθηκεύω

verbo transitivo o transitivo pronominale (informatica)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Salvo sempre il mio lavoro prima di fare il logout dal mio computer.
Αποθηκεύω πάντα τη δουλειά μου πριν αποσυνδεθώ από τον υπολογιστή.

προσηλυτίζω, εκχριστιανίζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (anima)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Vennero i missionari con lo scopo di redimere gli indigeni.

σώζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (figurato) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I negoziati si erano interrotti e non era facile salvarli.
Οι συζητήσεις είχαν αποτύχει και δεν ήταν εύκολο να τις σώσει κανείς.

διασώζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (finanziariamente)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Durante la crisi il governo ha salvato parecchie grandi banche.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η κυβέρνηση διέσωσε πολλές μεγάλες τράπεζες.

πληρώνω την εγγύηση κπ

verbo transitivo o transitivo pronominale (finanziariamente)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Un parente ha salvato Ian con un prestito.
Ένας συγγενής πλήρωσε την εγγύηση του Ίαν με δάνειο.

αποθηκεύω

(informatica)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

σώζω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Julia vide che la bambina era in pericolo e la mise in salvo.
Η Τζούλια αντιλήφθηκε ότι το κοριτσάκι βρισκόταν σε κίνδυνο και το έσωσε.

περισώζω, περισυλλέγω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Henry riuscì a salvare la sua collezione di francobolli rari prima che il fuoco si diffondesse in tutta la casa.
Ο Χένρι κατάφερε να περισώσει τη σπάνια συλλογή του με τα γραμματόσημα προτού η φωτιά εξαπλωθεί σε ολόκληρο το σπίτι.

σώζω, γλιτώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Non puoi aspettarti che tuo fratello maggiore ti salvi ogni volta che hai un problema.
Δεν μπορείς να περιμένεις ότι κάθε φορά που έχεις πρόβλημα, θα σε σώζει ο μεγάλος σου αδερφός.

ανακτώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tutti pensarono male di Alan quando fu sorpreso a rubare dal suo datore di lavoro, lui però si rimise sulla retta via e alla fine riscattò la sua reputazione.

λυτρώνω, σώζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Edward era stato scapestrato in gioventù ma sua moglie lo ha redento.
Ο Έντουαρντ ήταν ασυγκράτητος στα νιάτα του, αλλά η γυναίκα του τον επανέφερε στον σωστό δρόμο.

κάνω αρχειοθέτηση

(informatica)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Bisognerebbe archiviare il proprio disco fisso una volta al mese.
Πρέπει να κάνεις αρχειοθέτηση στον σκληρό δίσκο σου μια φορά κάθε μήνα.

σώζω την παρτίδα

verbo transitivo o transitivo pronominale (μτφ: δίνω λύση)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Mentre la nostra macchina era a riparare, Tim ci ha tolto dai guai prestandoci la sua.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Όπως πάντα με το κοφτερό μου μυαλό και την υπομονή μου έσωσα και πάλι την παρτίδα και έβγαλα τον Τάσο από το αδιέξοδό του.

περισώζω, περισυλλέγω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I sommozzatori recuperarono parte del carico dal relitto.
Οι δύτες έσωσαν ένα μέρος του φορτίου από το ναυάγιο.

αποθηκεύω

verbo transitivo o transitivo pronominale (informatica)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il computer sta scrivendo i dati sul disco.

ασφαλής

aggettivo (baseball) (μπέιζμπολ: στη βάση)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Il corridore era salvo in prima base.

εκτός από, με εξαίρεση

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

εκτός από το να κάνω κτ

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Non sapevo che altro fare, salvo andarmene.
Δεν ξέρω τι να κάνω, εκτός από το να φύγω.

εκτός

preposizione o locuzione preposizionale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Salvo ulteriori ritardi dovremmo arrivare per le 19.
Θα πρέπει να φτάσουμε εκεί μέχρι τις 7 μμ, εκτός αν υπάρξουν κι άλλες καθυστερήσεις.

εκτός από

preposizione o locuzione preposizionale

Odio tutte le verdure tranne le carote.

κπ/κτ που με σώζει

(μεταφορικά, καθομ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Σ' ευχαριστώ τόσο πολύ για το δάνειο! Είσαι ο σωτήρας μου!

σωτήρας

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Grazie mille di avermi prestato la macchina oggi! Sei il mio salvatore!
Σ' ευχαριστώ τόσο πολύ που με άφησες να χρησιμοποιήσω το αμάξι σου σήμερα. Είσαι ο σωτήρας μου!

απεγνωσμένα, απελπισμένα

locuzione avverbiale (informale, figurato)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

σώζω κπ από κτ, γλιτώνω κπ από κτ

verbo transitivo o transitivo pronominale

δεν φέρνω κπ σε δύσκολη θέση

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

περισώζω την αξιοπρέπειά μου

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)

σώζω κπ από κτ

verbo transitivo o transitivo pronominale

Tim salvò l'uomo dall'annegamento.
Ο Τιμ γλίτωσε τον άντρα από τον πνιγμό.

γλιτώνω κπ από κτ, σώζω κπ από κτ

verbo transitivo o transitivo pronominale

Daisy salvò l'amica dalla sua triste casa.
Η Ντέιζι γλίτωσε τη φίλη της από το δυστυχισμένο σπιτικό της.

αποθηκεύω κτ στους σελιδοδείκτες

verbo transitivo o transitivo pronominale (internet)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
A Carol piace salvare nei preferiti le pagine web delle sue ricette preferite.

αποθηκεύω προσωρινά

verbo transitivo o transitivo pronominale (informatica)

I dati sono salvati nel buffer della RAM del computer.
Τα δεδομένα αποθηκεύονται προσωρινά στη μνήμη RAM του υπολογιστή.

<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>

verbo transitivo o transitivo pronominale (informatica)

απελευθερώνω, ελευθερώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάποιον από κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il commando ha messo gli ostaggi in salvo.

Ας μάθουμε Ιταλικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του salvo στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.

Γνωρίζετε για το Ιταλικό

Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.