Τι σημαίνει το natale στο Ιταλικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης natale στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του natale στο Ιταλικό.

Η λέξη natale στο Ιταλικό σημαίνει Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, περιγεννητικός, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, καταγωγής, γέννησης, της γέννησης, ελλέβορος, καλά Χριστούγεννα, καλά Χριστούγεννα, γενέτειρα, Άγιος Βασίλης, η πόλη μου, γενέτειρα,πατρίδα, χριστουγεννιάτικο δέντρο, Άγιος Βασίλης, χριστουγεννιάτικο κέϊκ, χριστουγεννιάτικη κάρτα, κάλαντα, ημέρα Χριστουγέννων, παραμονή Χριστουγέννων, χριστουγεννιάτικη κάλτσα, Άγιος Βασίλης, χριστουγεννιάτικες διακοπές, χριστουγεννιάτικο στεφάνι, γενέτειρα, χριστουγεννιάτικο δώρο, πάρτι Χριστουγέννων, περίοδος των Χριστουγέννων, κούτσουρο που κατά παράδοση καίγεται τα Χριστούγεννα στο τζάκι, χριστουγεννιάτικο στολίδι, δώρο Χριστουγέννων, γιορτάζω τα Χριστούγεννα, η πόλη μου, κορμός, δώρο, επιλόχεια κατάθλιψη, σαρκοκόκα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης natale

Χριστούγεννα

sostantivo maschile (25 dicembre)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Il negozio di alimentari è chiuso il giorno di Natale.
Το σούπερ μάρκετ είναι κλειστό τα Χριστούγεννα.

Χριστούγεννα

sostantivo maschile (periodo natalizio) (εορταστική περίοδος)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Ogni anno, la nostra famiglia si riunisce spesso per Natale.
Η οικογένειά μας κάνει πολλές συγκεντρώσεις για τα Χριστούγεννα κάθε χρόνο.

περιγεννητικός

aggettivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

Χριστούγεννα

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Buon Natale!

Χριστούγεννα

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

Χριστούγεννα

(periodo natalizio) (η περίοδος των χριστουγεννιάτικων αργιών)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Per Natale torno a casa.
Θα πάω στην πατρίδα μου τα Χριστούγεννα.

Χριστούγεννα

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

Χριστούγεννα

sostantivo maschile (festività)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

Χριστούγεννα

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

καταγωγής, γέννησης

aggettivo

(ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.)
Gli esploratori viaggiavano lontano dalla loro terra natale.
Οι εξερευνητές περιηγήθηκαν σε χώρες μακριά από τον τόπο καταγωγής (or: γέννησής) τους.

της γέννησης

aggettivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Molti immigrati hanno nostalgia del loro paese natale.

ελλέβορος

(φυτό)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
L'elleboro viene usato per molti rimedi naturali.

καλά Χριστούγεννα

interiezione

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

καλά Χριστούγεννα

interiezione

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)
Oh, che imbarazzo, ho augurato al rabbino Buon Natale invece di Felice Hanukkah!

γενέτειρα

sostantivo femminile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Sono vent'anni che non ritorno alla mia città natale.
Δεν έχω επισκεφθεί τη γενέτειρά μου εδώ και είκοσι χρόνια.

Άγιος Βασίλης

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

η πόλη μου

sostantivo femminile

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Linda non è tornata a Sidney, la sua città natale, per molti anni.

γενέτειρα,πατρίδα

sostantivo femminile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Un patriota è disposto a sacrificarsi per la patria.

χριστουγεννιάτικο δέντρο

sostantivo maschile

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Facciamo l'albero di Natale a dicembre e i bambini lo decorano con palline e luci.
Τον Δεκέμβριο στήνουμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο και τα παιδιά το στολίζουν με μπάλες και λαμπάκια.

Άγιος Βασίλης

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Ann ha scritto una lettera a Babbo Natale chiedendo una nuova bicicletta per Natale.

χριστουγεννιάτικο κέϊκ

sostantivo maschile (UK)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

χριστουγεννιάτικη κάρτα

sostantivo maschile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Lo scorso Natale ho mandato 32 biglietti di auguri ai miei amici e parenti in giro per il mondo.

κάλαντα

sostantivo femminile (χριστουγεννιάτικα)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Per la strada sentivo cantare delle canzoni natalizie.

ημέρα Χριστουγέννων

sostantivo maschile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
I bambini non vedono l'ora di alzarsi il giorno di Natale per aprire i regali portati da Babbo Natale.

παραμονή Χριστουγέννων

sostantivo femminile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Ogni vigilia di Natale ci rechiamo in chiesa e cantiamo gli inni insieme.
Κάθε παραμονή Χριστουγέννων πηγαίνουμε στην εκκλησία και ψάλλουμε ύμνους όλοι μαζί.

χριστουγεννιάτικη κάλτσα

sostantivo femminile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
I bambini si sono svegliati e hanno trovato le loro calze di Natale piene di dolciumi.

Άγιος Βασίλης

sostantivo maschile

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

χριστουγεννιάτικες διακοπές

sostantivo plurale femminile

In queste vacanze di Natale ho avuto da fare moltissimi compiti.

χριστουγεννιάτικο στεφάνι

sostantivo femminile

Vorrei mettere una ghirlanda di Natale sulla porta.

γενέτειρα

sostantivo femminile

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

χριστουγεννιάτικο δώρο

sostantivo maschile

πάρτι Χριστουγέννων

sostantivo femminile

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

περίοδος των Χριστουγέννων

sostantivo maschile

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

κούτσουρο που κατά παράδοση καίγεται τα Χριστούγεννα στο τζάκι

sostantivo maschile

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

χριστουγεννιάτικο στολίδι

sostantivo maschile

δώρο Χριστουγέννων

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

γιορτάζω τα Χριστούγεννα

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Noi celebriamo il Natale scambiandoci i regali e con un pasto speciale.

η πόλη μου

sostantivo femminile

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Gli abitanti di Pinehurst hanno molti motivi per essere orgogliosi della loro città natale.

κορμός

sostantivo maschile (culinaria) (γλυκό)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

δώρο

sostantivo femminile

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

επιλόχεια κατάθλιψη

sostantivo femminile

σαρκοκόκα

(καλλωπιστικός θάμνος)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

Ας μάθουμε Ιταλικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του natale στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.

Γνωρίζετε για το Ιταλικό

Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.