Τι σημαίνει το pista στο Ιταλικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης pista στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του pista στο Ιταλικό.
Η λέξη pista στο Ιταλικό σημαίνει στίβος, πίστα, γραμμές, ίχνος, ίχνη, διάδρομος προσαπογείωσης, ιπποδρόμιο, πίστα αγώνων αυτοκινήτων, ιππόδρομος, πίστα για σκι, διάδρομος προσγείωσης, διάδρομος, πίστα, υποδοχή, σκηνή, διάδρομος, ίχνη, αγώνας speedway, πίστα, πλαγιά, πίστα, ίχνη, τρέξιμο, στο σωστό δρόμο, στο σωστό δρόμο, πίστα, διάδρομος προσγείωσης, διάδρομος απογείωσης, διάδρομος προσγείωσης/απογείωσης, διάδρομος τροχοδρόμισης, ποδηλατόδρομος, παραπλανητικό στοιχείο, πίστα, πίστα χορού, παραπλανητικό στοιχείο, παγοδρόμιο, διάδρομος προσγείωσης, ποδηλατόδρομος, αίθουσα χορού, πίστα πατινάζ, πλαγιά, βουνοπλαγιά, διαδρομή για ποδήλατο, ελικοδρόμιο, διαδρομή ελέγχου, στίβος, είμαι καλύτερος από κπ, τα πάω καλύτερα από κπ, εκτός πίστας, πίστα πατινάζ, πίστα παγοδρομίας, πίστα για πατίνια, πίστα για πατίνια, ποδολατόδρομος, αγωνιστικό αυτοκινητάκι, εκτός θέματος, ποδηλατόδρομος, πίστα αρχαρίων. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης pista
στίβος(da competizione) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Ci vai sabato alla pista a vedere la gara? Θα πας στο στίβο το Σάββατο να δεις τον αγώνα; |
πίσταsostantivo femminile (sci) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Gli sciatori scesero per la pista. |
γραμμές
(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) |
ίχνοςsostantivo femminile (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Il cacciatore seguì la pista del cervo. |
ίχνηsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) L'assassino lasciò una pista che portò la polizia da lui. |
διάδρομος προσαπογείωσηςsostantivo femminile (aviazione) (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) L'aereo atterrò sulla pista. |
ιπποδρόμιοsostantivo femminile (sport) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Bob è andato alla pista a scommettere sui cavalli. |
πίστα αγώνων αυτοκινήτων(automobilismo) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ιππόδρομος(automobilismo) (άλογα) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
πίστα για σκιsostantivo femminile (sci) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
διάδρομος προσγείωσηςsostantivo femminile (aeroporti) (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) Atterra con l'aereo sulla pista. Προσγείωσε το αεροπλάνο στο διάδρομο προσγείωσης. |
διάδρομοςsostantivo femminile (bowling) (μπόουλινγκ) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Paula ha prenotato una pista al bowling con i suoi amici. Ο Πωλ νοίκιασε έναν διάδρομο στο μπόουλινγκ με τους φίλους του. |
πίσταsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Hanno costruito una nuova pista di bob per le Olimpiadi. |
υποδοχήsostantivo femminile (cuscinetti) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) I cuscinetti sono usciti dalle piste. |
σκηνήsostantivo femminile (di circo) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Questo circo ha tre piste. |
διάδρομοςsostantivo femminile (aviazione) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) A causa delle cattive condizioni meteorologiche, l'aereo è stato costretto ad attendere sulla pista per due ore prima di decollare. |
ίχνηsostantivo femminile (animali) (ζώου) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) |
αγώνας speedway(motociclismo) (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
πίστα(da corsa) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
πλαγιά(sci) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Janet si mise gli sci e si avviò per la discesa. Η Τζάνετ έδεσε τα πέδιλα του σκι και ξεκίνησε να κατηφορίζει στην πίστα. |
πίστα(sport) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Si sentono le macchine sul circuito da sedici chilometri di distanza. Μπορείς να ακούσεις τα αμάξια της πίστας δέκα μίλια μακριά. |
ίχνηsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) La polizia è ora sulle tracce del prigioniero fuggito. Η αστυνομία βρίσκεται τώρα στα ίχνη του δραπέτη. |
τρέξιμοsostantivo femminile (atletica leggera) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Scelse di fare corsa su pista all'università. |
στο σωστό δρόμο(κυριολεκτικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
στο σωστό δρόμο(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Uso un'app per tenere sotto controllo tutti i miei progetti. |
πίσταsostantivo femminile (σκι) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La pista da sci in alto era chiusa per pericolo di valanghe. Η πίστα στην κορυφή έκλεισε εξαιτίας του κινδύνου χιονοστιβάδας. |
διάδρομος προσγείωσης, διάδρομος απογείωσης
(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
διάδρομος προσγείωσης/απογείωσηςsostantivo femminile (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
διάδρομος τροχοδρόμισηςsostantivo femminile (για αεροπλάνα) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ποδηλατόδρομοςsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Una pista ciclabile di 28 chilometri va da Balloch a Tarbet. |
παραπλανητικό στοιχείοsostantivo femminile Agatha Christie inseriva false piste nei suoi romanzi per lasciare nel dubbio i lettori. Η Αγκάθα Κρίστι συχνά παραπλανούσε τους αναγνώστες για να τους κρατάει σε αγωνία. |
πίσταsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La pista da ballo era così affollata che non ci si poteva muovere. |
πίστα χορούsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Appena abbiamo sentito la nostra canzone preferita, ci siamo buttati subito in pista. |
παραπλανητικό στοιχείο(αργκό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
παγοδρόμιοsostantivo femminile (su ghiaccio) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) È un piccolo paesino di montagna, ma d'inverno ha una bellissima pista da pattinaggio su ghiaccio. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Κάθε σαββατοκύριακο πηγαίνουμε για πατινάζ στο παγοδρόμιο της περιοχής μας. |
διάδρομος προσγείωσηςsostantivo femminile (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Il pilota non riusciva a vedere la pista d'atterraggio a causa della fitta nebbia. |
ποδηλατόδρομοςsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) In molti parchi cittadini c'è una pista ciclabile riservata esclusivamente alle biciclette. |
αίθουσα χορού
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) La palestra è fornita di una piscina e di una pista da ballo. |
πίστα πατινάζsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) In inverno gli stagni vengono utilizzati come piste di pattinaggio su ghiaccio. Το χειμώνα οι λίμνες χρησιμοποιούνται ως πίστες πατινάζ. |
πλαγιά, βουνοπλαγιάsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Si ritiene che la pista da sci più ripida al mondo sia in Svizzera. |
διαδρομή για ποδήλατο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ελικοδρόμιοsostantivo femminile (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Le piste di atterraggio per elicotteri sono solitamente marchiate con una grande H. |
διαδρομή ελέγχου
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
στίβοςsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) La pista di atletica leggera è lunga 400 metri. |
είμαι καλύτερος από κπ, τα πάω καλύτερα από κπ(sport, giochi, ecc.) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
εκτός πίσταςlocuzione avverbiale (percorsi innevati non battuti) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
πίστα πατινάζ, πίστα παγοδρομίαςsostantivo femminile (su ghiaccio) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La macchina per rifare il ghiaccio lascerà presto la pista di pattinaggio e così tu potrai pattinare. |
πίστα για πατίνιαsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
πίστα για πατίνιαsostantivo femminile (a rotelle) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Stanno costruendo una nuova pista di pattinaggio sulla settima Avenue. |
ποδολατόδρομοςsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
αγωνιστικό αυτοκινητάκιsostantivo femminile (παιχνίδι) |
εκτός θέματος(figurato: non seguire un tema, percorso) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) A quanto pare, abbiamo perso il filo del discorso. Torniamo a bomba. |
ποδηλατόδρομοςsostantivo femminile (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
πίστα αρχαρίωνsostantivo femminile (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
Ας μάθουμε Ιταλικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του pista στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.
Σχετικές λέξεις του pista
Ενημερωμένες λέξεις του Ιταλικό
Γνωρίζετε για το Ιταλικό
Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.