Τι σημαίνει το trasmettere στο Ιταλικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης trasmettere στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του trasmettere στο Ιταλικό.

Η λέξη trasmettere στο Ιταλικό σημαίνει κληροδοτώ, μεταδίδω, εξαπλώνω, μεταδίδω, κληροδοτώ, στέλνω, μεταδίδω, εκπέμπω, μεταδίδω, μεταδίδω, έχω ως κύριο άρθρο, μεταδίδω, μεταδίδω, μεταδίδω, μεταφέρω, μεταφέρω, μεταδίδω, δίνω κτ σε κπ, μεταδίδω, δείχνω, εκφράζω, προωθώ, μεταδίδομαι, εκφράζω, άγω, μεταφέρω, προβάλλω, δείχνω, εκφράζω, περνάω, εκφράζω, μεταδίδω, μεταβιβάζω, μεταφέρω, μεταδίδω, εκπέμπω, στέλνω, αποστέλλομαι, μεταδίδω, προωθώ, διαδίδω, δεν μεταδίδομαι, μεταδίδω στην τηλεόραση, δεν μεταδίδω, εκπέμπω μέσω καλωδιακής τηλεόρασης, μεταδίδω ταυτόχρονα, αποστέλλω μέσω πρωτοκόλλου μεταφοράς αρχείου, μεταδίδω, κάνω ταυτόχρονη μετάδοση, δίνω, δίνω, μεταδίδω, μεταφέρω κτ σε κπ, κολλάω, κολλώ, μεταδίδω ζωντανά, στέλνω, μεταδίδω κτ με βραχέα κύματα, μεταδίδω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης trasmettere

κληροδοτώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mia madre mi ha dato una trapunta che è stato tramandata per molte generazioni.

μεταδίδω, εξαπλώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gli animali infetti trasmisero il morbo attraverso il paese.
Τα μολυσμένα ζώα μεταδίδουν την ασθένεια σε όλη τη χώρα.

μεταδίδω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'allerta tornado è stata trasmessa alle 19.15.

κληροδοτώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Το σπίτι και όλα τα υπάρχοντα κληροδοτήθηκαν σ' εκείνη.

στέλνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

μεταδίδω, εκπέμπω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
La vecchia stazione radiofonica non trasmette più.
Ο παλιός ραδιοφωνικός σταθμός δεν εκπέμπει πια.

μεταδίδω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'epatite può essere trasmessa attraverso il cibo o l'acqua.
Η ηπατίτιδα μεταδίδεται μέσω της τροφής ή του νερού.

μεταδίδω

(κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tutte le reti trasmetteranno il dibattito.
Όλα τα δίκτυα θα μεταδώσουν τη συζήτηση.

έχω ως κύριο άρθρο

verbo transitivo o transitivo pronominale (για έντυπο, το κυρίως άρθρο)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Il telegiornale della sera trasmise uno speciale approfondimento sui fatti del giorno.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Οι επόμενες εκδόσεις της εφημερίδας είχαν διαφορετικό κύριο άρθρο.

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Grazie a questo dispositivo possiamo trasmettere il nostro programma radiofonico fino in Cina.

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale (malattie, ecc.)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La malattia è stata trasmessa all'infermiera dal paziente.

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale (στην τηλεόραση)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Uno dei canali più importanti trasmetterà la gara in diretta.

μεταφέρω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Se ti do un messaggio per Julie prometti di passarglielo?
Εάν σου αφήσω ένα μήνυμα για τη Τζούλι, υπόσχεσαι να της το μεταφέρεις;

μεταφέρω, μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La nave che stava affondando trasmise un S.O.S. alle altre navi in zona.
Το πλοίο που βυθιζόταν απέστειλε ένα μήνυμα SOS στα άλλα πλοία που βρίσκονταν στην περιοχή.

δίνω κτ σε κπ

verbo transitivo o transitivo pronominale

Mia madre ha trasmesso i suoi gioielli a me e alle mie sorelle.

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale (TV, radio)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La partita sarà trasmessa in diretta il prossimo fine settimana.
Ο αγώνας θα μεταδοθεί ζωντανά αυτό το σαββατοκύριακο.

δείχνω, εκφράζω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I cani comunicano la loro paura attraverso il linguaggio del corpo.

προωθώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ti trasmetterò le informazioni che mi hai richiesto.
Θα σου προωθήσω τις πληροφορίες που ζήτησες.

μεταδίδομαι

(televisione, radio)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
L'intervista con il presidente verrà trasmessa lunedì prossimo.

εκφράζω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Questo brano trasmette una grande suspence.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Αυτό που εκφράζει το ποίημά της είναι η αγωνία της για τις μελλοντικές γενιές.

άγω, μεταφέρω

(tecnico: elettricità) (στη φυσική: φέρω, μεταδίδω)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I fili conducono l'elettricità.
Το νερό είναι αγωγός του ήχου.

προβάλλω, δείχνω

(al cinema)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il mio cinema di quartiere proietta "Casablanca" stasera.

εκφράζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (επικοινωνώ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha difficoltà a comunicare le sue idee al resto del gruppo.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Σας μεταβιβάζω (or: διαβιβάζω) τους χαιρετισμούς του προέδρου.

περνάω

(μεταφορικά: μήνυμα, ιδέες, απόψεις)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Fece passare le sue idee in modo chiaro e conciso.
Μετέφερε τις ιδέες του όμορφα και συνοπτικά.

εκφράζω, μεταδίδω, μεταβιβάζω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha provato ad esprimere il suo punto di vista, ma era talmente contorto che nessuno l'ha capito.
Προσπάθησε να εκφράσει την άποψή του, ήταν όμως τόσο μπερδεμένη που κανένας δεν μπόρεσε να καταλάβει.

μεταφέρω, μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Fammi sapere il tuo indirizzo email e ti manderò la relazione.

εκπέμπω, στέλνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La stazione radio sta mandando un segnale.
Ο ραδιοφωνικός σταθμός εκπέμπει σήμα.

αποστέλλομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Le zanzare portano la malaria.
Τα κουνούπια μεταδίδουν ελονοσία.

προωθώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Inoltrerò questa lettera al precedente inquilino.

διαδίδω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

δεν μεταδίδομαι

(radio, TV)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Quella trasmissione mi piaceva, ma non la mandano più in onda da anni e non la posso vedere più.

μεταδίδω στην τηλεόραση

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Sotto richiesta dei fan, è stata trasmessa in televisione la partita di pugilato.

δεν μεταδίδω

(radio, televisione)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La nostra radio locale chiude le trasmissioni a mezzanotte, e dopo non ci sarà più niente da ascoltare.

εκπέμπω μέσω καλωδιακής τηλεόρασης

verbo transitivo o transitivo pronominale (programma TV)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μεταδίδω ταυτόχρονα

La gara verrà trasmessa in simultanea su tre diversi canali televisivi.

αποστέλλω μέσω πρωτοκόλλου μεταφοράς αρχείου

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale (στοιχεία, δεδομένα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il governo inviò un messaggio ufficiale ai suoi alleati.

κάνω ταυτόχρονη μετάδοση

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Il canale ha deciso di non trasmettere in simultanea.

δίνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Per favore, dai questo documento ai tuoi genitori.
Παρακαλώ δώσε αυτή την αίτηση στους γονείς σου.

δίνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mi puoi passare quella penna, per favore?
Μπορείς να μου δώσεις εκείνο το στυλό, σε παρακαλώ;

μεταδίδω

(κάτι σε κάποιον/κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La malattia è stata trasmessa a diversi pazienti dell'ospedale, perché gli strumenti del dottore non erano del tutto puliti.

μεταφέρω κτ σε κπ

verbo transitivo o transitivo pronominale

Il direttore del team trasmise il messaggio del capo ai dipendenti.
Ο αρχηγός της ομάδας μετέφερε το μήνυμα του αφεντικού στο προσωπικό.

κολλάω, κολλώ

(malattie, ecc.) (καθομ: κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mi ha passato il raffreddore.

μεταδίδω ζωντανά

verbo transitivo o transitivo pronominale (informatica) (μέσω διαδικτύο)

Non ho la TV via cavo, ma posso mandare in streaming le partite di calcio sul mio computer.

στέλνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Celia mi ha inviato l'email.

μεταδίδω κτ με βραχέα κύματα

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μεταδίδω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha trasmesso tutte le sue conoscenze al suo sostituto al lavoro.

Ας μάθουμε Ιταλικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του trasmettere στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.

Γνωρίζετε για το Ιταλικό

Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.