Τι σημαίνει το penny στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης penny στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του penny στο Αγγλικά.
Η λέξη penny στο Αγγλικά σημαίνει πένα, πένα, σεντ, cent, P, p, σεντ, σελ., με το τσουβάλι, κοστίζει τα μαλλιά της κεφαλής μου, κοστίζει της Παναγιάς τα μάτια, μισή πέννα, κατάστημα με ηλεκτρονικά παιχνίδια, εντυπωσιακό κακής ποιότητας μυθιστόρημα του 19ου αιώνα, Τι σκέφτεσαι;, τσιγκούνης, φτηνή μετοχή, ποδήλατο με τεράστια μπροστινή ρόδα, τσιγκουνιά, τσιγκούνης, οικονόμος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης penny
πέναnoun (UK (coin worth one hundredth of a pound) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) There are one hundred pennies in every pound. Κάθε λίρα έχει εκατό πένες. |
πέναnoun (UK (amount: one hundredth of a pound) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) I paid eighty pence for this postcard. Πλήρωσα ογδόντα πένες για αυτήν την κάρτα. |
σεντ, centnoun (US (cent coin) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) I only have a few pennies in my purse. Έχω μόνο μερικά λεπτά στο πορτοφόλι μου. |
P, pnoun (16th letter of alphabet) (λατινικό αλφάβητο) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) How many Ps are there in the past tense of "worship"? |
σεντnoun (UK, invariable, abbreviation (penny) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
σελ.noun (written, abbreviation (page) (σελίδα, συντομογραφία) (ουσιαστικό θηλυκό άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και δεν κλίνεται, π.χ. μακιγιέζ, μπέιμπι-σίτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) See the table on p7 for an explanation. Κοίτα τον πίνακα στη σελ. 7 για εξήγηση. |
με το τσουβάλιadjective (figurative, informal (common) (μεταφορικά) In Hollywood, aspiring young actresses are a dime a dozen. Στο Χόλιγουντ, βρίσκεις νέους φιλόδοξους ηθοποιούς με το τσουβάλι. |
κοστίζει τα μαλλιά της κεφαλής μου, κοστίζει της Παναγιάς τα μάτιαverbal expression (informal, figurative (be expensive) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) I bet that dress cost a pretty penny. Στοιχηματίζω ότι αυτό το φόρεμα κοστίζει της Παναγιάς τα μάτια. |
μισή πένναnoun (UK, informal, historical (British half-penny coin) (νόμισμα) |
κατάστημα με ηλεκτρονικά παιχνίδιαnoun (amusement area with slot machines) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Some boardwalks still have old-fashioned penny arcades. |
εντυπωσιακό κακής ποιότητας μυθιστόρημα του 19ου αιώναnoun (historical, UK (sensationalist fiction) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
Τι σκέφτεσαι;expression (figurative (what are you thinking?) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) "Penny for your thoughts." "Oh, I was just thinking about all the jobs I need to do today." |
τσιγκούνηςnoun (informal (miserly person) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
φτηνή μετοχήnoun (US (cheap stock) (καθομιλουμένη) Bob focused on selling penny stock to wealthy investors. |
ποδήλατο με τεράστια μπροστινή ρόδαnoun (historical (early model of bicycle) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
τσιγκουνιάnoun (informal (frugality, miserly behaviour) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
τσιγκούνηςadjective (informal (frugal, miserly) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
οικονόμοςadjective (careful in spending money) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του penny στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του penny
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.