Τι σημαίνει το fluid στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης fluid στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του fluid στο Αγγλικά.
Η λέξη fluid στο Αγγλικά σημαίνει υγρό, ρευστός, ρευστός, ρευστό, αμνιακό υγρό, υγρό φρένων, εγκεφαλονωτιαίο υγρό, απορρυπαντικό, διορθωτικό υγρό, διορθωτικό υγρό, ουγκιά υγρού, πρόσληψη υγρών, ουγγιά υγρών, ουγγιά υγρών, genderfluid, υγρό αναπτήρα, ουγγιά, ουγκιά, κατακράτηση, σπερματικό υγρό, υγρό τιμονιού, υγρό υδραυλικού τιμονιού. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης fluid
υγρόnoun (liquid) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) There's a puddle of fluid on the garage floor. Υπάρχει μια λίμνη από κάποιο υγρό στο πάτωμα του γκαράζ. |
ρευστόςadjective (figurative (flowing, fluent) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) His fluid descriptive passages are a pleasure to read. Τα ρευστά περιγραφικά του κείμενα διαβάζονται ευχάριστα. |
ρευστόςadjective (liquid) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The element enters a fluid state at 85 degrees C. Το στοιχείο περιέρχεται σε ρευστή κατάσταση στους 85 βαθμούς Κελσίου. |
ρευστόadjective (finance: cash) (χρήματα) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) These assets are not fluid and cannot be used as collateral. |
αμνιακό υγρόnoun (liquid around embryo, foetus) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) During labor a woman's water breaks; her amniotic sac ruptures and the amniotic fluid drains. Κατά τη διάρκεια της γέννας, τα νερά της γυναίκας σπάνε. Ο αμνιακός της σάκος διαρρηγνύεται και το αμνιακό υγρό φεύγει. |
υγρό φρένωνnoun (fluid in hydraulic brakes) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Bob noticed that brake fluid was leaking from the car onto the garage floor. |
εγκεφαλονωτιαίο υγρό(physiology) |
απορρυπαντικόnoun (liquid: cleans fabrics) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) You can dab off small grease spots and oil stains with cleaning fluid, but for a really thorough job you need to send the article to a dry cleaner. |
διορθωτικό υγρόnoun (correcting liquid for documents) |
διορθωτικό υγρό(liquid paper) |
ουγκιά υγρούnoun (written, invariable, abbreviation (fluid ounce) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) The carton contains "32 fl oz", according to the label. |
πρόσληψη υγρώνnoun (liquids: quantity consumed) (υγρά: ποσότητα) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The doctors carefully monitored the patient's fluid intake. |
ουγγιά υγρώνnoun (US, usually plural (liquid measure: 1.8 cubic inches) (μονάδα μέτρησης) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
ουγγιά υγρώνnoun (UK, usually plural (liquid measure: 1.7 cubic inches) (μονάδα μέτρησης) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
genderfluidadjective (gender identity: varying) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
υγρό αναπτήραnoun (combustible fluid) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
ουγγιά, ουγκιάnoun (US (fluid ounce: 29.57 ml) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) This recipe calls for two ounces of olive oil. |
κατακράτησηnoun (bodily fluids: not excreting) (νερού, ύδατος, υγρών) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Dandelion tea is supposed to help if you suffer from water retention. |
σπερματικό υγρόnoun (semen) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
υγρό τιμονιού, υγρό υδραυλικού τιμονιούnoun (lubricant used in vehicle's power steering) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του fluid στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του fluid
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.