Τι σημαίνει το eliminare στο Ιταλικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης eliminare στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του eliminare στο Ιταλικό.

Η λέξη eliminare στο Ιταλικό σημαίνει απαλείφω, εξαλείφω, εξοντώνω, ξεφορτώνομαι, απαλλάσσομαι από, απομακρύνω, σκοτώνω, αποκλείω, αποκλείω, απαλλάσσομαι από, ξεφορτώνομαι, σκοτώνω, ξεκάνω, βγάζω, αποκλείω, αποτελειώνω, ξεκάνω, αποτελειώνω, σκοτώνω, απαλείφω, ξεκάνω, γκρεμίζω το φράχτη, αποδεκατίζω, καταπνίγω, καταργώ κτ σταδιακά, εκτελώ, διαγράφω, σβήνω, ξεκάνω, αποτελειώνω, σκοτώνω, δολοφονώ, ξεκάνω, καθαρίζω, εξολοθρεύω, εξοντώνω, εξαλείφω, εξολοθρεύω, εξοντώνω, μειώνω, εξολοθρεύω, εξοντώνω, διαγράφω κπ από κτ, βγάζω, σκοτώνω, πετάω, πετώ, καθιστώ άκυρο και άνευ νομικής ισχύος, απορρίπτω, επιδιορθώνω, πετάω, ξεφορτώνομαι, διαγράφω, αφαιρώ, ξεκάνω, βγάζω από την μέση, σβήνω, διαγράφω, μειώνω, ξεφορτώνομαι, εξαλείφω, διαγράφω, εξαφανίζω, πετάω, απορρίπτω, εξουδετερώνω, ξεφορτώνομαι, βγάζω, αφαιρώ, ξεφορτώνομαι, καθαρίζω, τρώω, εξαλείφω, απομακρύνω, αφαιρώ, διαγράφω, αφαιρώ, διώχνω, σταματώ, αφαιρώ, εξαφανίζω, σβήνω κτ από κτ, βγάζω, ξύνω κτ από κτ, αποσύρω, καταργώ, ακυρώνω, ξεφορτώνομαι, βγάζω από τη μέση, εξαλείφω κτ από κτ, εξισώνω, εκριζώνω, βράζω μέχρι να εξαντληθεί, σβήνω κπ/κτ με σπρέι, αγνοώ, καταργώ σταδιακά, καταργώ βαθμιαία, εξισώνω κτ με κτ, αποβάλλω με τον ιδρώτα, αποτελειώνω, κόβω, αφαιρώ, βγάζω έξω από το γήπεδο με τρία χτυπήματα, βγάζω, ψηφίζω να φύγει κπ, διαγράφω, σβήνω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης eliminare

απαλείφω, εξαλείφω, εξοντώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I reni aiutano ad eliminare dal corpo le sostante di scarto.

ξεφορτώνομαι, απαλλάσσομαι από

verbo transitivo o transitivo pronominale (αργκό)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Per migliorare la qualità del nostro latte, abbiamo voluto eliminare l'uso di antibiotici sulle mucche.
Προκειμένου να βελτιώσουμε την ποιότητα του γάλακτος μας θέλουμε να απαλλαγούμε από τη χρήση αντιβιοτικών στις αγελάδες μας.

απομακρύνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Perché non eliminate chi non raggiunge grandi risultati innalzando gli standard di performance?
Γιατί δεν απομακρύνεις όσους έχουν κακές επιδόσεις ανεβάζοντας τα απαιτούμενα επίπεδα απόδοσης;

σκοτώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il cecchino della polizia eliminò i ladri della banca uno dopo l'altro.
Ο ελεύθερος σκοπευτής της αστυνομίας σκότωσε έναν έναν τους ληστές της τράπεζας.

αποκλείω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποκλείω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'intervistatore eliminò il candidato con i capelli blu e viola.

απαλλάσσομαι από, ξεφορτώνομαι

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

σκοτώνω, ξεκάνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gira voce che sia stato eliminato dalla mafia per aver rubato soldi al casinò.
Λέγεται ότι τον ξέκανε η μαφία επειδή έκλεψε λεφτά από το καζίνο.

βγάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Se vuoi vivere più a lungo, elimina lo stress dalla tua vita.
Αν θέλεις να ζήσεις περισσότερο, βγάλε το άγχος από τη ζωή σου.

αποκλείω

verbo transitivo o transitivo pronominale (un avversario)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nella semifinale del torneo, il Manchester United ha eliminato il Liverpool.
Στον ημιτελικό, η Μάντσεστερ έβγαλε νοκ άουτ τη Λίβερπουλ.

αποτελειώνω, ξεκάνω

(ανεπίσημο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il sicario fu assoldato per eliminare il boss mafioso.

αποτελειώνω, σκοτώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Se solo Dio potesse eliminare la persona che ha fatto questo!

απαλείφω

verbo transitivo o transitivo pronominale (cancellare)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Risolvere l'equazione eliminando i termini uguali.
Λύστε την εξίσωση απαλείφοντας τους ίσους όρους.

ξεκάνω

(uccidere) (αργκό)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il sicario eliminò il testimone.

γκρεμίζω το φράχτη

verbo transitivo o transitivo pronominale (cricket) (κρίκετ: πίσω από κπ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Il ricevitore ha eliminato il battitore.

αποδεκατίζω

(μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il comune ha eliminato l'ente che cura l'applicazione dei regolamenti edilizi e il risultato di ciò è stato l'incendio.

καταπνίγω

(figurato)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

καταργώ κτ σταδιακά

verbo transitivo o transitivo pronominale

Con l'arrivo dei servizi bancari online, gli assegni sono stati eliminati come metodo di pagamento.
Με την άνοδο των διαδικτυακών συναλλαγών, οι επιταγές καταργούνται σταδιακά ως μέσο πληρωμής.

εκτελώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (persona)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il sicario ha eliminato il suo uomo.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Δύο από τους δέκα ομήρους της αεροπειρατείας εκτελέστηκαν προς εκφοβισμό των υπόλοιπων.

διαγράφω, σβήνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il ministero ha cancellato l'incidente dai propri registri.
Η δημόσια υπηρεσία διέγραψε το συμβάν από τα μητρώα. Η Σάλυ δεν μπορούσε να σβήσει την ανάμνηση των σκληρών λόγων του Νηλ.

ξεκάνω, αποτελειώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (figurato: uccidere) (αργκό)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il sicario ha eliminato il suo uomo.
Ο πληρωμένος δολοφόνος αποτελείωσε τον στόχο του.

σκοτώνω, δολοφονώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (uccidere)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gli agenti segreti hanno tolto di mezzo il politico.

ξεκάνω, καθαρίζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (persona) (καθομ, μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il sicario ha eliminato il suo obiettivo.

εξολοθρεύω, εξοντώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Abbiamo assunto un professionista per sterminare le termiti.

εξαλείφω, εξολοθρεύω, εξοντώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

μειώνω

(σταδιακά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

εξολοθρεύω, εξοντώνω

(figurato)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La perdita della sostanza chimica può sterminare queste specie di piante.

διαγράφω κπ από κτ

βγάζω

(figurato)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Της είπαν να βγάλει τους αμυλούχους υδατάνθρακες από τη δίαιτά της.

σκοτώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha ucciso la formica prima che potesse morderlo. // L'assassino aveva ucciso tre persone.
Σκότωσε το μυρμήγκι πριν τον τσιμπήσει. Ο δολοφόνος είχε σκοτώσει τρεις ανθρώπους.

πετάω, πετώ

(στα σκουπίδια)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Πετάξαμε κάποια παλιά ρούχα.

καθιστώ άκυρο και άνευ νομικής ισχύος

Entrambe le parti concordarono di rendere nullo il contratto.

απορρίπτω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Dopo l'esplosione dello scandalo, il candidato alla presidenza ha escluso il suo vicepresidente.

επιδιορθώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (un problema)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Questa guida vi aiuterà a individuare e risolvere i problemi più comuni del sistema.

πετάω, ξεφορτώνομαι

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Dopo il funerale, avevamo un sacco di roba di cui disfarci.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Μετά την κηδεία έχουμε να πετάξουμε ένα κάρο πράγματα από το σπίτι.

διαγράφω, αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Seguendo il consiglio legale, l'editore ha tagliato alcuni passaggi del testo.

ξεκάνω, βγάζω από την μέση

verbo transitivo o transitivo pronominale (informale: uccidere) (αργκό, σκοτώνω)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il gangster ha ingaggiato un killer per far fuori la talpa.
Η μαφία έκανε συμβόλαιο θανάτου για να βγάλει από τη μέση το καρφί.

σβήνω, διαγράφω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Non mi stanno più simpatici; depennali dalla lista degli invitati.

μειώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ξεφορτώνομαι

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

εξαλείφω, διαγράφω, εξαφανίζω

(figurato) (ιδέα, μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il suo rendimento nel test distrusse i suoi piani per una carriera in campo legale.

πετάω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Dovresti buttare via quell'orrenda macchina vecchia.

απορρίπτω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

εξουδετερώνω, ξεφορτώνομαι

(μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Bere molta acqua è un ottimo modo per eliminare le tossine.

βγάζω

(με πλύσιμο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Πιστεύεις ότι θα καταφέρουμε να βγάλουμε αυτό τον λεκέ από μελάνι;

αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ξεφορτώνομαι

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gli spacciatori cercarono di disfarsi delle prove gettando la droga nel water.
ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Προσπάθησαν να ξεφορτωθούν τα αποδεικτικά στοιχεία ρίχνοντας τα ναρκωτικά στη τουαλέτα.

καθαρίζω, τρώω

verbo transitivo o transitivo pronominale (informale: uccidere) (αργκό, μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Era un pericolo per la nostra banda e sapevamo che prima o poi avremmo dovuto farlo fuori.
Ήταν εμπόδιο για τη συμμορία και ξέραμε πως αργά η γρήγορα θα έπρεπε να τον καθαρίσουμε.

εξαλείφω, απομακρύνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διαγράφω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Harry ha cancellato per sbaglio il file su cui aveva lavorato tutto il giorno e ha dovuto ricominciare da capo.
Ο Χάρυ διέγραψε κατά λάθος το αρχείο πάνω στο οποίο δούλευε όλη μέρα και έπρεπε να ξεκινήσει απ' την αρχή.

αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Dobbiamo eliminare questo passaggio del procedimento per renderlo più semplice.
Πρέπει να βγάλουμε αυτό το κομμάτι της διαδικασίας προκειμένου να την κάνουμε ευκολότερη.

διώχνω, σταματώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (μτφ: νεκρώνω)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Prendi un'aspirina. Farà passare il dolore.
Πάρε μια ασπιρίνη. Θα διώξει (or: σταματήσει) τον πόνο.

αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (από λίστα ή συλλογή)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
È questa la lista degli invitati? Togli Kim; ha un impegno quel fine settimana e non può venire.

εξαφανίζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (una persona) (καθομιλουμένη)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La giunta militare ha fatto sparire Palomo, figlio di Vigo.
Η στρατιωτική χούντα εξαφάνισε τον γιο του Βίγκο, Πάλομο.

σβήνω κτ από κτ

verbo transitivo o transitivo pronominale

L'insegnante cancellò l'elenco di parole dalla lavagna. Il tirocinante cancellò diversi dati registrati dal database.
Ο δάσκαλος έσβησε τη λίστα με το λεξιλόγιο από τον πίνακα.

βγάζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (macchie, ecc.)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ogni sera Phoebe toglie il trucco dal suo viso con oli naturali.
Η Φοίβη αφαιρεί κάθε νύχτα το μακιγιάζ της με φυσικά έλαια.

ξύνω κτ από κτ

(με εργαλείο)

Ο Χάρυ έξυσε την παλιά μπογιά από την πόρτα πριν εφαρμόσει την καινούρια.

αποσύρω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Laura decise che era giunto il momento di eliminare le sue vecchie scarpe da passeggio visto che stavano cadendo a pezzi.

καταργώ, ακυρώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il nostro divorzio è ufficiale, ma ciò non cancella il mio diritto di ricevere una parte del patrimonio del mio ex marito.

ξεφορτώνομαι

(uccidere) (μεταφορικά, ανεπίσημο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ο αρχηγός της μαφίας προσέλαβε έναν πληρωμένο δολοφόνο για να ξεφορτωθεί τον προδότη.

βγάζω από τη μέση

(colloquiale: uccidere) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
I gangster avevano assoldato un killer per far fuori il testimone prima del processo.
Οι μαφιόζοι είχαν προσλάβει έναν τύπο να βγάλει από τη μέση τον πληροφοριοδότη πριν την δίκη.

εξαλείφω κτ από κτ

verbo transitivo o transitivo pronominale

Apparentemente questo filtro elimina il 99% dei contaminanti nocivi dall'acqua.

εξισώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

εκριζώνω

verbo transitivo o transitivo pronominale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

βράζω μέχρι να εξαντληθεί

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

σβήνω κπ/κτ με σπρέι

verbo transitivo o transitivo pronominale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

αγνοώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il volume della musica era talmente forte che ho dovuto rimuovere mentalmente quel frastuono per riuscire a lavorare un po'.

καταργώ σταδιακά, καταργώ βαθμιαία

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι από κάτι)

La compagnia aerea sta eliminando questo aereo dalla sua flotta.

εξισώνω κτ με κτ

αποβάλλω με τον ιδρώτα

verbo transitivo o transitivo pronominale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La sauna ti aiuterà a eliminare sudando tutte le impurità.

αποτελειώνω

(figurato) (σκοτώνω)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

κόβω

verbo transitivo o transitivo pronominale (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αφαιρώ

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι από κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Togliendo il prezzo dai nostri conti, la casa è perfetta. Purtroppo però non possiamo permettercela!

βγάζω έξω από το γήπεδο με τρία χτυπήματα

verbo transitivo o transitivo pronominale (baseball) (μπέιζμπολ)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Il lanciatore lasciò al piatto i primi due battitori, ma il terzo batté un fuoricampo.

βγάζω

verbo transitivo o transitivo pronominale (macchie, ecc.) (κάτι από κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Per rimuovere le macchie di vino rosso da un tappeto si può usare del vino bianco.
Μπορείς να χρησιμοποιήσεις λευκό κρασί για να βγάλεις τους λεκέδες κόκκινου κρασιού από τα χαλιά.

ψηφίζω να φύγει κπ

verbo transitivo o transitivo pronominale (TV, ecc.)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

διαγράφω, σβήνω

verbo transitivo o transitivo pronominale (κάτι από κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Cancella quella frase dal tuo articolo.

Ας μάθουμε Ιταλικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του eliminare στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.

Γνωρίζετε για το Ιταλικό

Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.