Τι σημαίνει το circa στο Ιταλικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης circa στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του circa στο Ιταλικό.
Η λέξη circa στο Ιταλικό σημαίνει περί, περίπου, σχεδόν το ίδιο, περίπου, περίπου, χονδρικά, κατά προσέγγιση, περίπου, σχετικά με, περίπου, περίπου, περίπου, για, όσον αφορά, σχετικά με, σε ό,τι αφορά, αναφορικά με, περίπου, χοντρικά, κατά προσέγγιση, σχεδόν, σχετικά, αναφορικά με, όσον αφορά, σχετικά με, σε σχέση με, πάνω σε, αναφορικά με κτ, σχετικά με κτ, αναφορικά, σχετικά, όσον αφορά κτ, όσον αφορά, σχετικά με, αναφορικά με, όσον αφορά, σχετικά με, αναφορικά με, σχετικά με, αναφορικά με, γύρω, κατά, κοντά, εκεί γύρω, περίπου, σχετικός, σχετικά με, όσον αφορά, περίπου, περίπου, έχει κάτι, για, σχετικά με, σχετικά με, για, γύρω από, περίπου μία ντουζίνα, περίπου πενήντα, γύρω στα πενήντα, περίπου δέκα, σχολιάζω, πείθω, γύρω σε. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης circa
περίpreposizione o locuzione preposizionale (λόγιος) (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) I primi coloni arrivarono nella regione nel 1700 circa. |
περίπου(quantità, ecc.) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) È alto circa tre pollici e largo un pollice. Έχει τρεις ίντσες ύψος και μία πλάτος κατά προσέγγιση. |
σχεδόν το ίδιο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) I due uomini erano in classe insieme a scuola, perciò hanno circa la stessa età. |
περίπου
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Le vendite del nostro ufficio sono circa un milione. Το γραφείο μας έχει περίπου ένα εκατομμύριο σε πωλήσεις. |
περίπου, χονδρικά, κατά προσέγγισηavverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Il contenitore poteva contenere circa un litro d'acqua. Το δοχείο χωρούσε περίπου (or: κατά προσέγγιση) ένα λίτρο νερό. |
περίπου(approssimativamente) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) C'erano circa quindici persone nel nostro gruppo. Το γκρουπ μας είχε γύρω στα δεκαπέντε άτομα. |
σχετικά με
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
περίπου
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Ho sentito un fragore alle dieci circa di ieri sera. Άκουσα έναν κρότο γύρω στις δέκα χθες το βράδυ. |
περίπουavverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) C'erano circa 50 persone alla festa. Υπήρχαν πάνω-κάτω (or: συν-πλην) 50 άτομα στο πάρτι. |
περίπουavverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Per coltivare un solo avocado servono circa 230 litri d'acqua. |
γιαpreposizione o locuzione preposizionale Papà ha l'ultima parola circa dove andiamo. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Τον τελευταίο λόγο επί του θέματος έχει η κεντρική επιτροπή του κόμματος. |
όσον αφορά, σχετικά με, σε ό,τι αφορά, αναφορικά με
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
περίπου, χοντρικά, κατά προσέγγιση
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) La popolazione mondiale ammonta circa a cinque miliardi di persone. Ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι περίπου (or: κατά προσέγγιση) πέντε δισεκατομμύρια. |
σχεδόν
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Sono quasi le nove. Κοντεύει εννιά η ώρα. |
σχετικά
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hanno ricevuto cinquecento lettere di reclamo riguardo alle scene violente nello sceneggiato. Δέχτηκαν 500 επιστολές διαμαρτυρίας σχετικά με τις σκηνές βίας του έργου. |
αναφορικά με, όσον αφορά, σχετικά με, σε σχέση με, πάνω σεpreposizione o locuzione preposizionale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ha scritto una lettera riguardo al problema. Έγραψε ένα γράμμα αναφορικά με το πρόβλημα. |
αναφορικά με κτ, σχετικά με κτpreposizione o locuzione preposizionale (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La prossima settimana dobbiamo discutere riguardo all'orario. Πρέπει να συζητήσουμε αναφορικά (or: σχετικά) με το πρόγραμμα την επόμενη βδομάδα. |
αναφορικά, σχετικάpreposizione o locuzione preposizionale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) A proposito della tua visita, sai quando arriverai? Αναφορικά (ή: Σχετικά) με την επίσκεψή σου, ξέρεις πότε θα φτάσεις; |
όσον αφορά κτ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Per quanto riguarda i vostri problemi, temo di non potervi aiutare proprio. Όσον αφορά τα προβλήματά σου φοβάμαι ότι δεν μπορώ να βοηθήσω καθόλου. |
όσον αφορά, σχετικά με, αναφορικά μεpreposizione o locuzione preposizionale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Per quanto riguarda questo ragazzo, non credo combinerà nulla nella vita. Όσον αφορά (or: σχετικά με) αυτόν τον τύπο, δεν νομίζω ότι θα προοδέψει στη ζωή του. |
όσον αφορά, σχετικά με, αναφορικά με
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Con riferimento alla Sua del 1° gennaio, Le comunico che non posso più assisterla legalmente. Σχετικά με (or: όσον αφορά) την επιστολή σας με ημερομηνία 1 Ιανουαρίου, δεν μπορώ πλέον να σας παρέχω τις νομικές μου υπηρεσίες. |
σχετικά με, αναφορικά με
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
γύρω, κατά, κοντά(temporale) (καθομιλουμένη) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) L'incidente è avvenuto verso le dieci. Το ατύχημα συνέβη περίπου στις δέκα η ώρα. |
εκεί γύρωavverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) I nuovi insegnanti guadagnano generalmente circa $35,000. |
περίπου
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) "È il tuo ragazzo?" "In un certo senso. È complicato". «Είναι το αγόρι σου;» «Περίπου, είναι λίγο περίπλοκο.» |
σχετικός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Finora non abbiamo sentito niente riguardante i costi della missione. Μέχρι τώρα δεν έχουμε μάθει τίποτα σχετικό με το κόστος της αποστολής. |
σχετικά με, όσον αφορά
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Non c'è molto in questo libro in materia di storia europea. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες στο βιβλίο σχετικά με την ευρωπαϊκή ιστορία. |
περίπου
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) È alto più o meno un metro e ottanta. Είναι ψηλός, γύρω στο ένα κι ογδόντα. |
περίπουavverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Ci devono essere state, diciamo, 200 persone lì. |
έχει κάτι
(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) C'è qualcosa della sua voce che mi innervosisce. Η φωνή του έχει κάτι που μου προκαλεί νευρικότητα. |
γιαpreposizione o locuzione preposizionale Vorrei parlarti del tuo futuro. Θα ήθελα να σου μιλήσω για (or: σχετικά με) το μέλλον σου. |
σχετικά μεpreposizione o locuzione preposizionale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Sto cercando un libro sulle orchidee. |
σχετικά μεpreposizione o locuzione preposizionale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Che ne pensi del riscaldamento globale? |
γιαpreposizione o locuzione preposizionale Litigano sempre su chi debba guidare. Πάντα μαλώνουν σχετικά με το ποιος θα οδηγήσει. |
γύρω απόpreposizione o locuzione preposizionale (μεταφορικά) Il corso disserta su importanti eventi storici. |
περίπου μία ντουζίνα
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Per favore mi porti circa una dozzina di uova dal negozio? Μπορείς να μου φέρεις περίπου μια ντουζίνα αυγά από το κατάστημα; |
περίπου πενήντα, γύρω στα πενήνταaggettivo (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Alla fiera del lavoro c'erano circa cinquanta tavoli diversi. |
περίπου δέκαaggettivo (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Tra una decina di giorni avrò finito tutti gli esami. |
σχολιάζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Audrey ha fatto un commento sull'articolo di giornale. Η Ώντρευ σχολίασε το άρθρο της εφημερίδας. |
πείθωverbo transitivo o transitivo pronominale (κάποιον για κάτι) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) L'accusato convinse la giuria della propria innocenza. Ο κατηγορούμενος έπεισε τους ενόρκους για την αθωότητά του. |
γύρω σεpreposizione o locuzione preposizionale (orari) (περίπου: χρόνος) Ci vediamo verso le tre. Θα τα πούμε κατά τις τρεις. |
Ας μάθουμε Ιταλικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του circa στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.
Σχετικές λέξεις του circa
Ενημερωμένες λέξεις του Ιταλικό
Γνωρίζετε για το Ιταλικό
Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.