Hvað þýðir συναίνεση í Gríska?
Hver er merking orðsins συναίνεση í Gríska? Greinin útskýrir alla merkingu, framburð ásamt tvítyngdum dæmum og leiðbeiningum um hvernig á að nota συναίνεση í Gríska.
Orðið συναίνεση í Gríska þýðir samþykki, samkomulag, samlyndi. Til að fá frekari upplýsingar, vinsamlegast skoðaðu upplýsingarnar hér að neðan.
Merking orðsins συναίνεση
samþykkinounneuter Εντούτοις, τα έθνη εξακολουθούν να ετοιμάζονται για να χύσουν αίμα, με την υποστήριξη ή τη συναίνεση της εκκλησίας. En þjóðirnar halda engu að síður áfram að búa sig undir blóðsúthellingar með stuðningi eða samþykki kirkjunnar. |
samkomulagnoun |
samlyndinoun |
Sjá fleiri dæmi
Δεν δόθηκε στους ασθενείς η εκλογή της συναίνεσης κατόπιν διαφώτισης—να δεχτούν τους κινδύνους του αίματος ή να χρησιμοποιήσουν ασφαλέστερες εναλλακτικές λύσεις. Sjúklingunum var ekki gefinn kostur á að velja eftir að hafa fengið fullnægjandi upplýsingar — hvort þeir ættu að taka áhættuna samfara blóðgjöf eða velja öruggari læknismeðferð. |
Τον Ιούνιο του 1988, η Έκθεση της Προεδρικής Επιτροπής για την Επιδημία του Ιού της Ανθρώπινης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας (Report of the Presidential Commission on the Human Immunodeficiency Virus Epidemic) πρότεινε να δοθεί σ’ όλους τους ασθενείς αυτό που οι Μάρτυρες ζητούν εδώ και χρόνια, δηλαδή: «Η συναίνεση κατόπιν διαφώτισης για τη μετάγγιση αίματος ή συστατικών του αίματος θα πρέπει να περιλαμβάνει την επεξήγηση των κινδύνων που ενέχονται . . . καθώς και πληροφορίες για κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις εκτός από τη θεραπεία μέσω μετάγγισης ομόλογου αίματος». Í júní 1988 var lagt til í skýrslu ráðgjafarnefndar Bandaríkjaforseta um eyðnifaraldurinn að öllum sjúklingum yrði veitt það sem vottar Jehóva hafa farið fram á um árabil: „Áður en sjúklingur samþykkir blóðgjöf eða blóðhlutagjöf ætti að upplýsa hann um áhættuna sem henni fylgir . . . og um viðeigandi valkosti aðra en framandi blóðgjöf.“ |
Το Εφετείο συνόψισε την απόφασή του λέγοντας ότι «σύμφωνα με το νόμο αυτής της Πολιτείας . . . δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε νομικά μια έγκυο γυναίκα να συναινέσει σε μια ιατρική επέμβαση». Áfrýjunardómstóllinn dró saman niðurstöðu sína með þeim orðum að „samkvæmt lögum þessa ríkis . . . er ekki hægt að leggja þá lagakvöð á barnshafandi konu að samþykkja inngripsaðgerð.“ |
Όμως τι θα πούμε αν ο σύντροφος δεν συναινέσει; En hvað þá ef maki þinn gerir það ekki? |
Κυρία υπουργέ, ως επιστήμονες, δεν μπορούμε να συναινέσουμε σ'αυτό. Ráđherra, viđ getum ekki samūykkt ūetta sem vísindamenn. |
Ο αφέντης μας συναίνεσε απρόθυμα ότι οι τέχνες ίσως είναι χρήσιμες και θα δώσω στους μαθητές σου ένα πασάλειμμα στην Ιστορία της Τέχνης. Rektor viđurkenndi međ semingi ađ list gæti veriđ til gagns, og nú á ég ađ gefa Oxbridge drengjunum ūínum smá innsũn inn í listasögu. |
Αλλά και οι δύο μπορούν να θυμούνται τη στοργική συμβουλή του Παύλου προς τους παντρεμένους Χριστιανούς: «Μην το αποστερείτε ο ένας από τον άλλον, παρά μόνο με αμοιβαία συναίνεση για προσδιορισμένο καιρό, προκειμένου να αφιερώσετε χρόνο για προσευχή και να σμίξετε και πάλι, ώστε να μη σας βάζει ο Σατανάς σε πειρασμό επειδή στερείστε αυτοσυγκράτησης». —1 Κορινθίους 7:3, 5. En bæði geta haft í huga hlýleg ráð Páls til hjóna: „Haldið yður eigi hvort frá öðru, nema þá eftir samkomulagi um stundarsakir, til þess að þér getið haft næði til bænahalds, og takið svo saman aftur, til þess að Satan freisti yðar ekki vegna ístöðuleysis yðar.“ — 1. Korintubréf 7:3, 5. |
Μην το αποστερείτε ο ένας από τον άλλον, παρά μόνο με αμοιβαία συναίνεση για προσδιορισμένο καιρό’.—1 Κορινθίους 7:3-5, ΜΝΚ. Haldið yður eigi hvort frá öðru, nema þá eftir samkomulagi um stundarsakir.“ — 1. Korintubréf 7: 3-5. |
«Είναι ένα θεϊκά αποκαλυμμένο δόγμα το ότι ο ποντίφικας της Ρώμης, όταν μιλάει ex cathedra, όταν δηλαδή ασκεί τα καθήκοντά του ως ποιμένας και διδάσκαλος όλων των Χριστιανών, ορίζει—με βάση την υπέρτατη αποστολική αυθεντία του—μια δοξασία που αφορά την πίστη και την ηθική, δοξασία που θα πρέπει να υποστηρίζεται από ολόκληρη την εκκλησία, κατέχει, μέσω της θεϊκής ενίσχυσης της υποσχεμένης σ’ εκείνον στο πρόσωπο του ευλογημένου Πέτρου, το αλάθητο με το οποίο ο θεϊκός Λυτρωτής θέλησε να είναι προικισμένη η εκκλησία του για να ορίζονται οι δοξασίες που αφορούν την πίστη και την ηθική· και ότι ως εκ τούτου, αυτοί οι ορισμοί που εκφράζονται από τον ποντίφικα της Ρώμης είναι μη τροποποιήσιμοι από τη φύση τους, και όχι λόγω της συναίνεσης της εκκλησίας». „Það er trúarsetning, opinberuð af Guði, að páfinn í Róm, þegar hann talar ex cathedra, þ.e. í krafti síns háa postullega embættisvalds sem hirðir og kennari allra kristinna manna, og skýrir kenningu um trú eða siðferði sem allri kirkjunni ber að halda, sé, vegna þess fulltingis Guðs sem honum er heitið í persónu hins blessaða Péturs, óskeikull eins og guðlegur lausnari ætlaði kirkju sinni að vera er hún skýrði kennisetningar um trú og siðferði, og að slíkar skýringar páfans í Róm séu óbreytanlegar í sjálfu sér, en ekki fyrst við samþykkt kirkjunnar.“ |
Η Γραφή λέει ότι οι αλλαγές στις σεξουαλικές σχέσεις ενός αντρογύνου πρέπει να γίνονται με «αμοιβαία συναίνεση». Biblían segir að breytingar á kynlífi hjóna ættu að vera eftir „samkomulagi“. |
Ή θα προσπαθούσαν να καταλήξουν σε κάποιον συμβιβασμό, με τους υποστηρικτές της κάθε πλευράς να κάνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις ωσότου επιτευχθεί κάποια συναίνεση; Eða myndu þeir fallast á einhvers konar málamiðlun, þar sem málsvarar beggja hliða mættust á miðri leið eftir gagnkvæmar tilslakanir? |
Γι’ αυτό, είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα παιδιά δεν μπορούν να συναινέσουν συνειδητά στη συμμετοχή σε σεξουαλικές σχέσεις. Þess vegna er almennt viðurkennt að börn séu ekki fær um að veita marktækt samþykki fyrir kynferðismökum. |
Ο Ιησούς συναίνεσε να έρθει στη γη και να γεννηθεί ως ανθρώπινο βρέφος. Jesús samþykkti að koma til jarðar og fæðast sem mannsbarn. |
«Αναμφίβολα, κάθε κοινωνία έχει το δικαίωμα να αποκλείει από τη συναναστροφή και από τα προνόμιά της τα μέλη εκείνα που απορρίπτουν ή παραβιάζουν τους κανονισμούς οι οποίοι έχουν καθιερωθεί με κοινή συναίνεση. . . . „Það er óvéfengjanlegur réttur hvers samfélags að útiloka þá frá samfélagi sínu og gæðum sem hafna eða brjóta þær reglur sem settar hafa verið með almennu samþykki. . . . |
Ωστόσο, αυτός συναινέσει για να προχωρήσει. Hins vegar samþykkt hann að halda áfram. |
15. (α) Με την υποστήριξη ή τη συναίνεση της εκκλησίας, τι εξακολουθούν να κάνουν τα έθνη; 15. (a) Hvað halda þjóðirnar áfram að gera með stuðningi eða samþykki kirkjunnar? |
Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο μητρώο προστασίας δεδομένων, όλα τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν προσωπικές πληροφορίες στο Κέντρο σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή θεωρείται ότι έχουν συναινέσει σαφώς στις επακόλουθες εργασίες επεξεργασίας κατ' εφαρμογήν του άρθρου 5 στοιχείο δ) του κανονισμού 45/2001. Nema að annað sé kveðið á um í gagnaverndarskrá, teljast allir einstaklingar sem láta stofnuninni í té persónulegar upplýsingar skriflega eða á rafrænan hátt, hafa á ótvíræðan hátt gefið samþykki sitt fyrir úrvinnslu sem á eftir kemur í samræmi við gr. 5(d) í reglugerð 45/2001. |
Σε αυτά τα προταθέντα, συναίνεσαν ομόφωνα. Þeir samþykktu það með samhljóða atkvæðum. |
Κανείς δεν μπαίνει ή βγαίνει, χωρίς συναίνεση από το Γραφείο του Στρατηγού Όλμπριχτ Enginn fer inn eða út án leyfis frá skrifstofu Olbrichts hershöfðingja |
Εξηγώντας τη σημασία της συγκεκριμένης λέξης, η εγκυκλοπαίδεια Ενόραση στις Γραφές* (στην αγγλική) λέει: «[Αυτή η ἀγάπη] δεν είναι συναισθηματισμός, βασιζόμενη σε απλή προσωπική προσκόλληση, όπως νομίζουν πολλοί, αλλά είναι ένα ηθικό ή κοινωνικό είδος αγάπης που βασίζεται σε εκούσια συναίνεση της βούλησης και αποτελεί θέμα αρχών, καθήκοντος και αβρότητας, επιζητώντας ειλικρινά το καλό του άλλου σύμφωνα με ό,τι είναι ορθό. Heimildarritið Insight on the Scriptures (Innsýn í Ritninguna)* útskýrir þýðingu orðsins svo: „[Agaʹpe] er ekki tilfinningasemi, byggð á persónulegum tengslum einum sér eins og oftast er talið, heldur á kærleikurinn sér siðferðilegar og félagslegar rætur. Hann er viljastýrður, er byggður á lífsreglu, skyldu og virðingu og leitast einlæglega við að gera öðrum gott eftir því sem er rétt. |
«Το ένα πέμπτο των παιδιών [στο Ηνωμένο Βασίλειο] κάνουν αγορές στο διαδίκτυο χωρίς τη γονική συναίνεση, και τα μισά από αυτά χρησιμοποιούν τις πιστωτικές κάρτες των γονέων τους», αναφέρει η εφημερίδα The Daily Telegraph του Λονδίνου. „Fimmtungur barna [á Bretlandseyjum] verslar á Netinu án leyfis foreldra sinna, og helmingur þeirra sem versla þar nota kreditkort foreldranna.“ Þetta kemur fram í Lundúnablaðinu The Daily Telegraph. |
Μολονότι αυτό το αίτημα ήταν προσβλητικό για τον Ιεχωβά, εκείνος είπε στον Σαμουήλ να συναινέσει. Með beiðni sinni lítilsvirtu þeir Jehóva en hann sagði þó Samúel að verða við ósk þeirra. |
Το KMT δέχεται «Μία Κινεζική Αρχή» - θεωρεί επίσημα ότι υπάρχει μόνο μία Κίνα, αλλά ότι η Δημοκρατία της Κίνας και όχι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας είναι η νόμιμη κυβέρνηση της, στο πλαίσιο της Συναίνεσης του 1992. Kuomintang heldur opinberlega stefnu um „eitt Kína“ og lítur formlega svo á að ríkisstjórn Lýðveldisins Kína á Taívan sé hin eina lögmæta ríkisstjórn Kína en ekki meginlandsstjórn Alþýðulýðveldisins Kína. |
Για παράδειγμα, στην Γκάνα ένας 96χρονος άντρας πήγε στο ληξιαρχείο και ζήτησε να καταχωρηθεί τώρα η γαμήλια σχέση «κοινή συναινέσει» που είχε επί 70 χρόνια. Til dæmis fór 96 ára gamall maður í Gana, sem hafði búið í óvígðri sambúð í 70 ár, á skrifstofu hjónabandsskráningarstjórans og bað um að hún yrði lögskráð. |
Οι διαπραγματεύσεις συνάντησαν τόσο σοβαρά εμπόδια ώστε η συναίνεση φαινόταν ανέφικτη ακόμα και για προτάσεις με πολύ μικρότερες φιλοδοξίες. Viðræðurnar sigldu í strand og það virtist ekki einu sinni gerlegt að ná sáttum um mun smærri mál. |
Við skulum læra Gríska
Þannig að nú þegar þú veist meira um merkingu συναίνεση í Gríska geturðu lært hvernig á að nota þau með völdum dæmum og hvernig á að lestu þau. Og mundu að læra tengd orð sem við mælum með. Vefsíðan okkar er stöðugt að uppfæra með nýjum orðum og nýjum dæmum svo þú getir flett upp merkingu annarra orða sem þú þekkir ekki í Gríska.
Uppfærð orð Gríska
Veistu um Gríska
Gríska er indóevrópskt tungumál, talað í Grikklandi, Vestur- og Norðaustur- Litlu-Asíu, Suður-Ítalíu, Albaníu og Kýpur. Það hefur lengsta skráða sögu allra lifandi tungumála, sem spannar 34 aldir. Gríska stafrófið er aðalritakerfið til að skrifa grísku. Gríska skipar mikilvægan sess í sögu hins vestræna heims og kristni; Forngrískar bókmenntir hafa átt afar mikilvæg og áhrifamikil rit um vestrænar bókmenntir, svo sem Ilíaduna og Odýsseia. Gríska er einnig tungumálið þar sem margir textar eru grundvallaratriði í vísindum, sérstaklega stjörnufræði, stærðfræði og rökfræði og vestrænni heimspeki, eins og Aristóteles. Nýja testamentið í Biblíunni var skrifað á grísku. Þetta tungumál er talað af meira en 13 milljónum manna í Grikklandi, Kýpur, Ítalíu, Albaníu og Tyrklandi.