Hvað þýðir εμβολιασμός í Gríska?
Hver er merking orðsins εμβολιασμός í Gríska? Greinin útskýrir alla merkingu, framburð ásamt tvítyngdum dæmum og leiðbeiningum um hvernig á að nota εμβολιασμός í Gríska.
Orðið εμβολιασμός í Gríska þýðir bólusetning, bólusetja, Bóluefni, Ágræðsla. Til að fá frekari upplýsingar, vinsamlegast skoðaðu upplýsingarnar hér að neðan.
Merking orðsins εμβολιασμός
bólusetning(inoculation) |
bólusetja
|
Bóluefni
|
Ágræðsla(grafting) |
Sjá fleiri dæmi
Στα περισσότερα μέρη του κόσμου όπου τα παιδικά εμβόλια είναι ευρέως διαθέσιμα, οι κλασικοί εμβολιασμοί έχουν ως αποτέλεσμα να μειώνεται δραστικά η εμφάνιση των παιδικών ασθενειών τις οποίες έχουν ως στόχο τους. Í flestum heimshlutum, þar sem auðvelt er að koma bólusetningum við, hafa reglubundnar bólusetningar valdið því að stórlega hefur dregið úr tíðni þeirra barnasjúkdóma sem bólusett er gegn. |
Ο εμβολιασμός των ζώων που διατρέχουν κίνδυνο μόλυνσης αποτελεί επί του παρόντος το αποτελεσματικότερο μέσο πρόληψης της λοίμωξης των ανθρώπων. Bólusetning þeirra dýra sem eru í hættu er mikilvægasta leiðin til þess að fyrirbyggja smit í menn. |
Η πρόληψη της νόσου είναι εφικτή μέσω εμβολιασμού. Koma má í veg fyrir hana með bólusetningu. |
Οι εν λόγω παράγοντες είναι περίπλοκοι: εσφαλμένες πεποιθήσεις, άγνοια και έλλειψη υποστήριξης αποτελούν συχνά τη βάση για την αποτυχία των στρατηγικών εμβολιασμού. Ástæðurnar eru af ýmsu tagi; ranghugmyndum, fáfræði og ófullkominni ráðgjöf er oftast um að kenna þegar ekki tekst að framfylgja áformum um almennar bólusetningar. |
Ο Παστέρ δεν ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον εμβολιασμό. Pasteur var ekki fyrstur manna til að bólusetja. |
Τα μέτρα ελέγχου συνίστανται στον εμβολιασμό των ζώων και/ή στην εξέταση και σφαγή μολυσμένων ζώων, καθώς και στην παστερίωση του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων. Varnarráðstafanir eru m.a. þær að dýr eru bólusett og/eða rannsökuð með tilliti til sýkinga. Reynist þau sýkt, er þeim slátrað. |
- Ζητήματα εμβολιασμού για επιδημιολόγους (Απρίλιος 2008) - Örveru- og faraldursfræðilegir þættir rannsókna á upptökum farsótta (júní 2008) |
Το 1980 ανακοινώθηκε ότι η μάστιγα της ευλογιάς εξαλείφτηκε από ολόκληρο τον κόσμο χάρη στα αποτελεσματικά προγράμματα εμβολιασμού. Árið 1980 var því lýst yfir að búið væri með bólusetningarherferð að útrýma bólusóttarplágunni um heim allan. |
Ο εμβολιασμός έναντι του ιού της ηπατίτιδας B αποτελεί επί του παρόντος το αποτελεσματικότερο μέσο πρόληψης της λοίμωξης από τον ιό. Bólusetning er nú öflugasta forvörnin gegn lifrarbólgu B. |
Η νόσος μπορούσε να προληφθεί με αποτελεσματικό εμβολιασμό η εκτεταμένη χρήση του οποίου οδήγησε στην εξάλειψη της νόσου. Hægt var að koma í veg fyrir sjúkdóminn með öflugu bóluefni, og að lokum tókst að útrýma honum með almennri bólusetningu. |
Για την προστασία εργαζομένων που διατρέχουν κίνδυνο λόγω της φύσης του επαγγέλματός τους, μπορεί να χορηγηθεί εμβολιασμός. Hægt er að bólusetja þá sem eru í hættu vegna vinnu sinnar. |
Στην Αφρική, αναφέρεται ότι το 10 περίπου τοις εκατό όλων των αντρών και γυναικών που έχουν τον ιό του AIDS, τον κόλλησαν μέσω μετάγγισης μολυσμένου αίματος ή μέσω της χρήσης μολυσμένων βελόνων, όπως για παράδειγμα στους εμβολιασμούς. Ætlað er að í Afríku hafi um 10 af hundraði allra smitaðra karla og kvenna fengið veiruna með sýktu blóði eða sýktum sprautunálum, svo sem við bólusetningar. |
Σήμερα, τα προγράμματα εμβολιασμού έχουν, κατά κανόνα, αποδειχτεί αποτελεσματικά για τον έλεγχο πολλών ασθενειών—του τετάνου, της πολιομυελίτιδας, της διφθερίτιδας και του κοκίτη, για να αναφέρουμε μερικά μόνο ονόματα. Markvissar ónæmisaðgerðir hafa almennt séð reynst árangursríkar til að halda mörgum sjúkdómum í skefjum — stífkrampa, mænusótt, barnaveiki og kíghósta svo fáeinir séu nefndir. |
Ο ορότυπος β (Hib) αιμόφιλου της ινφλουέντζας είναι η συχνότερη αιτία βακτηριακής μηνιγγίτιδας σε παιδιά ηλικίας δύο μηνών έως πέντε ετών, στις χώρες όπου δεν εφαρμόζονται τα κατάλληλα προγράμματα εμβολιασμού. Haemophilus influenzae sermigerð b (Hib) er algengasta orsök bakteríuheilahimnubólgu hjá tveggja mánaða til fimm ára börnum, í þeim löndum þar sem viðeigandi bólusetningu hefur ekki verið komið á. |
Στα προληπτικά κτηνιατρικά μέτρα περιλαμβάνεται ο κατάλληλος εμβολιασμός γατών και σκύλων. Fyrirbyggjandi aðgerðir dýralækna eru þær að hafa reglu á bólusetningum katta og hunda. |
«Οποτεδήποτε οι οικογενειακοί γιατροί της γειτονιάς χρειάζονται βοήθεια για κάποια εκστρατεία εμβολιασμού», παρατηρεί το περιοδικό Παγκόσμια Υγεία (World-Health), «μπορούν να απευθύνονται στους σίρκουλος δε αμπουέλος οι οποίοι είναι πρόθυμοι και διαθέσιμοι». „Hvenær sem heimilislæknarnir í hverfinu þurfa á hjálp að halda þegar bólusetningar fara fram,“ segir í tímaritinu World-Health, „þá finna þeir fúsar og hæfar hendur hjá afa- og ömmuhópunum.“ |
Και μετά, στην αίθουσα εμβολιασμού... όπου φυλάσσεται ο εναπομείνας ιός Χίμαιρα σε τρία πιστόλια έγχυσης. Og ađ lokum í bķlusetningarklefanum, sem geymir síđustu leifar Kímeru í ūremur lyfjabyssum. |
Ο από του στόματος εμβολιασμό ς έχει καταδειχθεί αποτελεσματικό μέσο για την πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου σε πληθυσμούς άγριων ζώων. Bólusetning gegnum munn hefur dugað vel gegn útbreiðslu sjúkdómsins í villtum dýrum. |
Επί αρκετά χρόνια, η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία, σε ομοφωνία με παρόμοιους οργανισμούς παγκόσμια, συστήνει τον κλασικό εμβολιασμό για τις ακόλουθες αρρώστιες: διφθερίτιδα, κοκίτη και τέτανο. Um nokkurra ára skeið hafa heilbrigðisyfirvöld um heim allan mælt með að bólusett sé reglulega gegn barnaveiki, kíghósta og stífkrampa. |
VPD - Ασθένειες που προλαμβάνονται με εμβολιασμό VPD - Sjúkdómar sem hægt er að koma í veg fyrir með bólusetningu |
Επιπλέον, έχει φανεί πως, όταν ο τακτικός εμβολιασμός παραμελείται για κάποιο λόγο, η ασθένεια επανέρχεται. Enn fremur hefur það sýnt sig að þegar slakað hefur verið á við ónæmisaðgerðir einhverra orsaka vegna, hafa sjúkdómarnir komið upp aftur. |
Ρητινομαστίχη για εμβολιασμό δέντρων Ágræðslutrjákvoða fyrir tré |
Λαμβάνοντας υπόψη την έκταση των εν λόγω κρουσμάτων, το ΕΚΠΕΝ σε συνεργασία με τις αρχές δημόσιας υγείας της Λεττονίας οργάνωσε τον Νοέμβριο του 2008 διαβούλευση εμπειρογνωμόνων στη Ρίγα, για την ανταλλαγή εμπειριών σχετικά με δραστηριότητες αντίδρασης σε επιδημικές εξάρσεις ηπατίτιδας A, με ιδιαίτερη έμφαση στον εμβολιασμό. Eftir að hafa kannað útbreiðslu veikinnar ákvað ECDC, í samráði við lettnesk heilbrigðisyfirvöld, að kalla saman sérfræðinga í Riga í nóvember 2008 svo menn gætu borið saman viðbrögð landanna gegn lifrarbólgu A, með sérstöku tilliti til bólusetninga. |
Αυτή είναι η βάση για τον εκ των προτέρων εμβολιασμό (ατοξίνης) κατά της πολιομυελίτιδας, της παρωτίτιδας, της ερυθράς (ιλαράς), και του τυφοειδή πυρετού, καθώς και με τριπλό εμβόλιο κατά της διφθερίτιδας, του κοκκίτη και του τέτανου. Það er undirstaðan undir bólusetningum gegn mænusótt, hettusótt, rauðum hundum, barnaveiki, stífkrampa, kíghósta og taugaveiki. |
Við skulum læra Gríska
Þannig að nú þegar þú veist meira um merkingu εμβολιασμός í Gríska geturðu lært hvernig á að nota þau með völdum dæmum og hvernig á að lestu þau. Og mundu að læra tengd orð sem við mælum með. Vefsíðan okkar er stöðugt að uppfæra með nýjum orðum og nýjum dæmum svo þú getir flett upp merkingu annarra orða sem þú þekkir ekki í Gríska.
Uppfærð orð Gríska
Veistu um Gríska
Gríska er indóevrópskt tungumál, talað í Grikklandi, Vestur- og Norðaustur- Litlu-Asíu, Suður-Ítalíu, Albaníu og Kýpur. Það hefur lengsta skráða sögu allra lifandi tungumála, sem spannar 34 aldir. Gríska stafrófið er aðalritakerfið til að skrifa grísku. Gríska skipar mikilvægan sess í sögu hins vestræna heims og kristni; Forngrískar bókmenntir hafa átt afar mikilvæg og áhrifamikil rit um vestrænar bókmenntir, svo sem Ilíaduna og Odýsseia. Gríska er einnig tungumálið þar sem margir textar eru grundvallaratriði í vísindum, sérstaklega stjörnufræði, stærðfræði og rökfræði og vestrænni heimspeki, eins og Aristóteles. Nýja testamentið í Biblíunni var skrifað á grísku. Þetta tungumál er talað af meira en 13 milljónum manna í Grikklandi, Kýpur, Ítalíu, Albaníu og Tyrklandi.