Τι σημαίνει το tasa στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης tasa στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του tasa στο ισπανικά.
Η λέξη tasa στο ισπανικά σημαίνει δείκτης, φόρος, τέλος, τέλος, εισφορά, υπολογίζω την αξία, εκτιμώ την αξία, εκτιμώ την αξία, εκτιμώ, εκτιμώ, εκτιμώ, υπολογίζω, επιθεωρώ, ελέγχω, κοστολογώ, εκτιμάω, εκτιμώ, διευθετώ, διακανονίζω, θνησιμότητα, ετήσιο πραγµατικό επιτόκιο, επίσημο, τραπεζικό επιτόκιο, ρυθμός ανάπτυξης, βασικό επιτόκιο, ετήσιο ποσοστό, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, δείκτης γεννητικότητας, επιτόκιο, δείκτης θνησιμότητας, σταθερό επιτόκιο, ποσοστό επιβίωσης, φορολογικός συντελεστής, ποσοστό ανεργίας, ποσοστό εγκληματικότητας, ποσοστό θνησιμότητας, ισοτιμία, ποσοστό αλφαβητισμού, τέλος αεροδρομίου, δημοτικά τέλη, ποσοστό πλήρωσης ζήτησης, σταθερή ισοτιμία, κυμαινόμενο επιτόκιο, ταχύτητα ροής, δείκτης βρεφικής θνησιμότητας, ποσοστό πληθωρισμού, τέλος επεξεργασίας, ποσοστό επίτευξης, πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία, χρέωση εγκαταστάσεων, αμοιβή επιτυχίας, ισοτιμία, ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση, τέλος αδείας, απόδοση, βασικός μεταβολικός ρυθμός, κλειδώνω επιτόκιο, παγώνω επιτόκιο, ροή εργασιών, γεννητικότητα, βασικό επιτόκιο, χαμένη πελατεία, πάγια χρέωση, επιτόκιο ενυπόθηκου δανείου. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης tasa
δείκτης
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) La tasa de natalidad está aumentando continuamente. Ο δείκτης γεννητικότητας αυξάνει συνεχώς. |
φόρος
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Se impone una tasa sobre los negocios. Οι φόροι επιβάλλονται στην περιουσία των επιχειρήσεων. |
τέλος
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) En esta zona las tasas sobre los inmuebles son muy elevadas. Τα τέλη είναι υψηλά για ιδιοκτησίες σε αυτήν την περιοχή. |
τέλος
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Tienes que pagar una tarifa para tramitar tu licencia de manejo. Για να βγάλεις άδεια οδήγησης, πρέπει να πληρώσεις κάποιο τέλος. |
εισφορά
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Se suponía que la tasa de educación era para pagar los salarios de los profesores. Η εκπαιδευτική εισφορά υποτίθεται πως θα πλήρωνε τους μισθούς των εκπαιδευτικών. |
υπολογίζω την αξία(με γενική) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Le pedimos a la agencia inmobiliaria que tase nuestra casa. |
εκτιμώ την αξίαverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
εκτιμώ την αξίαverbo transitivo (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
εκτιμώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El valor de la propiedad fue tasado en un millón de euros. Εκτίμησαν την αξία της ιδιοκτησίας στο ένα εκατομμύριο Ευρώ. |
εκτιμώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La casa de los Anderson se tasó muy por debajo del valor de mercado. Το σπίτι των Άντερσον εκτιμήθηκε κατά πολύ κάτω από την αξία της αγοράς. |
εκτιμώ, υπολογίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El tasador tasó la casa en 45.000 libras. Ο εκτιμητής υπολόγισε την αξία του σπιτιού στις 450.000 λίρες Αγγλίας. |
επιθεωρώ, ελέγχω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Hicimos que un inspector viniera a tasar la casa. |
κοστολογώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El tratante de arte tasó el jarrón en seiscientos dólares. |
εκτιμάω, εκτιμώ(AmL) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El tasador va a valuar la casa. Ο ειδικός θα εκτιμήσει το σπίτι. |
διευθετώ, διακανονίζω(reclamación de seguros) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Nuestros registros indican que ya hemos liquidado su reclamación. |
θνησιμότητα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La mortalidad es más alta en los países en desarrollo. |
ετήσιο πραγµατικό επιτόκιο(sigla) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
επίσημο, τραπεζικό επιτόκιο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tasa de referencia en Estados Unidos es actualmente 3,25 %. |
ρυθμός ανάπτυξης
(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) Ha habido un aumento en la tasa de crecimiento de la economía del Reino Unido. |
βασικό επιτόκιο(finanzas) Actualmente, la tasa de interés preferencial en EE. UU. es de 3,25 %. |
ετήσιο ποσοστόnombre femenino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>(precio) |
δείκτης γεννητικότητας
(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
επιτόκιο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Cuando las tasas de interés son altas, los ahorradores reciben mejores beneficios de sus inversiones. Όταν τα επιτόκια είναι υψηλά, οι αποταμιευτές έχουν καλύτερες αποδόσεις για τις επενδύσεις τους. Ψάχνω μια πιστωτική κάρτα με χαμηλότερο επιτόκιο. |
δείκτης θνησιμότηταςlocución nominal femenina (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Gracias a la campaña de vacunación, se redujo la tasa de mortalidad infantil en la zona. |
σταθερό επιτόκιοlocución nominal femenina (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) El banco cobra una tasa nominal por el préstamo. |
ποσοστό επιβίωσηςnombre femenino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tasa de supervivencia de los niños nacidos en la Edad Media era muy baja. |
φορολογικός συντελεστήςlocución nominal femenina (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) La tasa impositiva de cada persona está en relación con sus ingresos. Ο οικονομικός συντελεστής σου εξαρτάται από το εισόδημά σου. Ο τοπικός φορολογικός συντελεστής για τις αγορές είναι 8,61%. |
ποσοστό ανεργίας
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tasa de desempleo está subiendo al 11%. |
ποσοστό εγκληματικότητας
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Tener más policías debería disminuir la tasa delictiva. |
ποσοστό θνησιμότητας
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tasa de defunción en ese país es alarmante. |
ισοτιμίαlocución nominal femenina (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Hay una menor afluencia de turistas americanos a Europa: la tasa de cambio no los favorece. Η τρέχουσα ισοτιμία καθιστά ακριβά τα ταξίδια στην Ευρώπη για τους Αμερικανούς. |
ποσοστό αλφαβητισμούlocución nominal femenina (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Cuba ostenta la mayor tasa de alfabetización en el hemisferio occidental. Η Κούβα έχει το υψηλότερο ποσοστό αλφαβητισμού στο δυτικό ημισφαίριο. Το ποσοστό αλφαβητισμού στην Ιρλανδία είναι υψηλό. |
τέλος αεροδρομίου
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
δημοτικά τέλη(φόρος προς το δήμο) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Este año aumentaron un 100% la tasa municipal. |
ποσοστό πλήρωσης ζήτησηςlocución nominal femenina (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
σταθερή ισοτιμίαlocución nominal femenina |
κυμαινόμενο επιτόκιοnombre femenino La tasa flotante peso/dólar se ha mantenido estable toda la semana. |
ταχύτητα ροήςnombre femenino (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
δείκτης βρεφικής θνησιμότηταςnombre femenino (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) Somalia tiene una de las más altas tasas de mortalidad infantil. |
ποσοστό πληθωρισμούnombre femenino (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) El hecho es que, debido a la recesión, la tasa de inflación del Reino Unido ha disminuido. |
τέλος επεξεργασίαςnombre femenino (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
ποσοστό επίτευξηςnombre femenino (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Estamos muy conformes, la tasa de rendimiento se ha duplicado en el último año. |
πραγματική συναλλαγματική ισοτιμίαlocución nominal femenina (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
χρέωση εγκαταστάσεων(hoteles) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Para tener acceso al gimnasio y la piscina del hotel tienes que pagar un cargo adicional. |
αμοιβή επιτυχίας(abogados) (δικηγόρος) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
ισοτιμία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
τέλος αδείας
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
απόδοση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
βασικός μεταβολικός ρυθμόςlocución nominal femenina (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
κλειδώνω επιτόκιο, παγώνω επιτόκιοlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Precalificar para un préstamo te concede 30 días para asegurar la tasa de interés. |
ροή εργασιών(ρυθμός, πρόοδος) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) La tasa de producción del departamento ha aumentado un 20% con respecto al año pasado. |
γεννητικότητα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La tasa de natalidad en este país ha descendido por tercer año consecutivo. |
βασικό επιτόκιο
El Banco de Inglaterra fijó la tasa de interés en un 0,5 %. |
χαμένη πελατεία
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La tasa de cancelación de clientes tuvo un efecto negativo en las ganancias de este año. |
πάγια χρέωση
|
επιτόκιο ενυπόθηκου δανείου
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του tasa στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του tasa
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.