Τι σημαίνει το stand in στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης stand in στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του stand in στο Αγγλικά.

Η λέξη stand in στο Αγγλικά σημαίνει αντικαθιστώ/αναπληρώνω προσωρινά, αντικαθιστώ, υποκαθιστώ, αντικαταστάτης, αντικαταστάτρια, περιμένω στην ουρά, εμποδίζω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης stand in

αντικαθιστώ/αναπληρώνω προσωρινά

phrasal verb, intransitive (replace [sb] temporarily)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Linda is standing in while the usual secretary is ill.
Η Λίντα αναπληρώνει προσωρινά την κανονική γραμματέα για όσο είναι άρρωστη.

αντικαθιστώ

(replace [sb] temporarily)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Your teacher had an emergency so I will stand in for her for this class.
Στην καθηγήτριά σας προέκυψε κάτι έκτακτο. Γι' αυτό, λοιπόν, θα την αντικαταστήσω εγώ.

υποκαθιστώ

(be a substitute for [sth])

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Trying to explain the accident to his friends in the bar, Gavin used the beer glass to stand in for the car and the mat to stand in for the pedestrian.
Στο μπαρ, ο Γκάβιν προσπάθησε να εξηγήσει στους φίλους του το ατύχημα. Χρησιμοποίησε, λοιπόν, το ποτήρι της μπίρας, για να υποκαταστήσει το αυτοκίνητο και το σουβέρ για να υποκαταστήσει τον πεζό.

αντικαταστάτης, αντικαταστάτρια

noun ([sb] who replaces [sb], substitute)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
I'm glad our normal teacher is back; the stand-in wasn't very good.
Χαίρομαι που επέστρεψε η κανονική μας καθηγήτρια. Η αντικαταστάτριά της δεν ήταν πολύ καλή.

περιμένω στην ουρά

verbal expression (queue)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The group had to stand in line to be served.

εμποδίζω

verbal expression (obstruct, impede [sth])

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
By refusing to sell this land you're standing in the way of progress. I won't stand in the way of your marriage.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του stand in στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του stand in

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.