Τι σημαίνει το selon στο Γαλλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης selon στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του selon στο Γαλλικά.
Η λέξη selon στο Γαλλικά σημαίνει σύμφωνα, σύμφωνα, σύμφωνα με, σύμφωνα με εντολές/οδηγίες, ανάλογα με, σύμφωνα με, σύμφωνα με, με βάση, σε συμφωνία με κτ, ανάλογα με κτ, ανάλογα με κτ, σε, φυλετικά, σύμφωνα με τους κανόνες ηθικής, δεοντολογίας, σύμφωνα με τον νόμο, κατά πάσα πιθανότητα, κατά πάσα πιθανότητα, κατά τη γνώμη μου, κατά την άποψή μου, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, όσον με αφορά, κατά την γνώμη μου, όπως έχουν τα πράγματα, σύμφωνα με τους τύπους, εκ πείρας, από εμπειρία, κατά τη γνώμη μου, όπως πρέπει, ότι είναι αναγκαίο, όπως περιγράφεται παρακάτω, όπως περιγράφεται ακολούθως, όπως το βλέπω εγώ, ανάλογα με τις συνθήκες, ανάλογα με τις περιστάσεις, σύμφωνα με το έθιμο, σύμφωνα με το νόμο, σύμφωνα με τους κανονισμούς, σύμφωνα με τις αναφορές, σύμφωνα με τους κανονισμούς, αναλογικά, σύμφωνα με το μύθο, κατά τη γνώμη μου, όπως και να 'χει, ακόμα κι έτσι, ακολουθώ οδηγίες κάποιου, δυνάμει του παρόντος, σύμφωνα με την παράδοση, κατά την παράδοση, σύμφωνα με τον θρύλο, τίμια, έντιμα, με τον οποίο, μέσω του οποίου, εξ ορισμού. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης selon
σύμφωναpréposition (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Selon (or: D'après) David, le concert était génial. Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ, η συναυλία ήταν πολύ καλή. |
σύμφωναpréposition (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Selon (or: D'après) Proudhon, la propriété, c'est le vol. Σύμφωνα με τον Προυντόν, η ιδιοκτησία συνιστά κλοπή! |
σύμφωνα μεpréposition Faites le pain selon (or: conformément à) la recette. Φτιάξε ψωμί σύμφωνα με τη συνταγή. |
σύμφωνα με εντολές/οδηγίεςpréposition (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Selon ses dernières volontés, sa fortune a été donnée aux œuvres de bienfaisance. |
ανάλογα μεpréposition (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
σύμφωνα μεpréposition Il fait tout selon les règles. |
σύμφωνα με, με βάσηpréposition (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Selon le règlement en cours, vous avez beaucoup de pouvoir. |
σε συμφωνία με κτ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Utilisez toujours les médicaments conformément aux instructions du fabricant. |
ανάλογα με κτ
En fonction du temps, nous irons camper ce week-end. |
ανάλογα με κτ
Avec cette recette, on peut faire 24 à 30 biscuits en fonction de la taille. Η συνταγή βγάζει 24 με 30 μπισκότα, ανάλογα με το μέγεθος. |
σεpréposition (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Nous allons continuer selon cette base. Θα συνεχίσουμε σε αυτήν τη βάση. |
φυλετικά
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) À l'époque, les quartiers étaient racialement divisés. |
σύμφωνα με τους κανόνες ηθικής, δεοντολογίας
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
σύμφωνα με τον νόμοlocution adverbiale (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Selon la loi, en Angleterre, l'âge minimum pour acheter de l'alcool est de dix-huit ans. |
κατά πάσα πιθανότητα
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Selon toute vraisemblance, le patient va se remettre complètement. |
κατά πάσα πιθανότηταlocution adverbiale (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) L'équipe devra, selon toute probabilité, battre le Mexique pour accéder au prochain tour de la compétition. |
κατά τη γνώμη μου, κατά την άποψή μουadverbe (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Selon vous, c'est une bonne idée ? |
σύμφωνα με το γράμμα του νόμου
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
όσον με αφορά, κατά την γνώμη μουadverbe (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Selon moi, c'était le meilleur film de l'année. Κατά τη γνώμη μου αυτή ήταν η καλύτερη ταινία της χρονιάς. |
όπως έχουν τα πράγματαlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
σύμφωνα με τους τύπουςlocution adverbiale Mon patron aime faire les choses dans les règles. |
εκ πείρας, από εμπειρίαlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
κατά τη γνώμη μουlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Selon moi, elle est trop jeune pour se marier et avoir des enfants. Κατά τη γνώμη μου είναι πολύ μικρή για να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. |
όπως πρέπει, ότι είναι αναγκαίο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ajoutez l'assaisonnement, selon les besoins. |
όπως περιγράφεται παρακάτω, όπως περιγράφεται ακολούθωςadverbe (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
όπως το βλέπω εγώadverbe (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ανάλογα με τις συνθήκες, ανάλογα με τις περιστάσεις
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) D'autres sources de financement pourraient être disponibles, en fonction de la situation. |
σύμφωνα με το έθιμο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
σύμφωνα με το νόμοlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) D'après la loi, le propriétaire du site doit vérifier toutes les informations publiées dessus. |
σύμφωνα με τους κανονισμούς
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
σύμφωνα με τις αναφορέςadverbe (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Selon les dires, il y a aurait eu un coup d'État au Niger. |
σύμφωνα με τους κανονισμούς
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
αναλογικάlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Pendant la guerre froide, Kennedy jugeait indispensable de répondre aux provocations de Khrouchtchev, selon le principe de réciprocité. |
σύμφωνα με το μύθοadverbe (μυθολογία) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
κατά τη γνώμη μουlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
όπως και να 'χει, ακόμα κι έτσι
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ακολουθώ οδηγίες κάποιουlocution verbale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
δυνάμει του παρόντος
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
σύμφωνα με την παράδοση, κατά την παράδοση, σύμφωνα με τον θρύλοadverbe (παράδοση) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
τίμια, έντιμα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Personne ne veut faire une partie de cartes avec lui car il ne joue pas selon les règles. |
με τον οποίο, μέσω του οποίου
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La théorie selon laquelle il est toujours mieux de planter ses fleurs en hiver est fausse. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ο διευθυντής της τράπεζας αδυνατούσε να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο οι κλέφτες είχαν μπει στο θησαυροφυλάκιο. |
εξ ορισμού
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
Ας μάθουμε Γαλλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του selon στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.
Σχετικές λέξεις του selon
Ενημερωμένες λέξεις του Γαλλικά
Γνωρίζετε για το Γαλλικά
Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.