Τι σημαίνει το incontro στο Ιταλικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης incontro στο Ιταλικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του incontro στο Ιταλικό.
Η λέξη incontro στο Ιταλικό σημαίνει συναντάω, συναντώ, συναντάω, συναντώ, έρχομαι αντιμέτωπος, ικανοποιώ, έχω συνάντηση με κπ, αντιμετωπίζω, βρίσκω, βρίσκομαι σε κτ, διασχίζω, παθαίνω, τέμνομαι, αντιμετωπίζω, συναντώ τυχαία, συναντώ τυχαία, πετυχαίνω, προκαλώ, αισθάνομαι, νιώθω, βάζω να αγωνιστεί, συνάντηση, συγκέντρωση, συνάθροιση, μίτινγκ, meeting, συνάντηση, συνέλευση, συνάντηση, προσέγγιση, συνάντηση φαλαινοθήρων, συνάντηση, ακρόαση, συνάντηση, αγώνισμα, αγώνας, αναμέτρηση, ραντεβού, σύσκεψη, προγραμματισμένος αγώνας, διασταύρωση, συνάντηση, επανένωση, αγώνας, συγκέντρωση, μάζωξη, διασταύρωση, σφίγγω το χέρι κπ, συναντώ τυχαία, πέφτω πάνω, πέφτω πάνω σε κπ, πέφτω πάνω σε. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης incontro
συναντάω, συναντώverbo transitivo o transitivo pronominale (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Oggi ho incontrato uno che diceva di conoscerti. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Όσοι αγαπιούνται συχνά απαντιούνται. |
συναντάω, συναντώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Θα συναντήσει τις φίλες της στον κινηματογράφο. |
έρχομαι αντιμέτωποςverbo transitivo o transitivo pronominale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) La squadra di Dartmouth incontrerà quella del Princeton per il campionato. Το Dartmouth θα έρθει αντιμέτωπο (or: θα αντιμετωπίσει) το Princeton για το πρωτάθλημα. |
ικανοποιώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La prestazione dell'impiegato non ha soddisfatto le aspettative del suo capo. Η απόδοση του εργαζομένου δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες του διευθυντή. |
έχω συνάντηση με κπ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) La nostra squadra di consulenti ti incontrerà per parlare dei tuoi obiettivi professionali. Η ομάδα των συμβούλων μας θα έχει συνάντηση μαζί σας, προκειμένου να συζητήσετε τους επαγγελματικούς στόχους σας. |
αντιμετωπίζω(problema) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
βρίσκω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ho incontrato John alla stazione che aspettava un taxi. Βρήκα τον Τζον στον σταθμό να περιμένει ταξί. |
βρίσκομαι σε κτ(pericoli, guai, ecc.) Il progetto ha incontrato delle difficoltà. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Θα αντιμετωπίσει κινδύνους εάν δεν είναι προσεκτικός. |
διασχίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
παθαίνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ebbe un incidente mentre andava in tribunale. Στο δρόμο για το δικαστήριο έπαθε ατύχημα. |
τέμνομαιverbo transitivo o transitivo pronominale (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
αντιμετωπίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Si è imbattuto in alcuni problemi in quella zona remota. Συνάντησε πολλά προβλήματα στον απομακρυσμένο τόπο. |
συναντώ τυχαία
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ho trovato questa citazione di Oscar Wilde studiando un altro autore. Durante il weekend degli scrittori, ho incontrato un tipo pieno di contatti utili in campo editoriale. Συνάντησα τυχαία αυτό το απόσπασμα από τον Όσκαρ Ουάιλντ, ενώ μελετούσα έναν άλλο συγγραφέα. Στην εκδήλωση για τους συγγραφείς το Σαββατοκύριακο συνάντησα τυχαία έναν τύπο με πολλές χρήσιμες επαφές στον κλάδο των εκδόσεων. |
συναντώ τυχαία(inaspettatamente) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Si è imbattuto nella sua ex ragazza al bar. Συνάντησε τυχαία την πρώην κοπέλα του στο μπαρ. |
πετυχαίνω(per caso) (καθομιλουμένη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Indovina chi ho incontrato al supermercato? Μάντεψε ποιον συνάντησα (or: πέτυχα) στο σούπερ μάρκετ. |
προκαλώverbo transitivo o transitivo pronominale (αντιδράσεις, συναισθήματα) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Il discorso del presidente al Congresso ha ricevuto reazioni diverse, un partito ha esultato, l'altro ha fischiato. Ο λόγος του προέδρου στο Κογκρέσο προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Ένα κόμμα τον επιδοκίμασε, ενώ ένα άλλο τον αποδοκίμασε. |
αισθάνομαι, νιώθω(σωματική αίσθηση) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Sento molto dolore al ginocchio. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Πολλές φορές ο μετανάστης υφίσταται ταπεινώσεις και προσβολές. |
βάζω να αγωνιστεί(futuro: incontro fissato) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Nel torneo, la squadra si doveva confrontare con un avversario molto ostico. Στο τουρνουά, η ομάδα κληρώθηκε με πολύ δύσκολη αντίπαλο. |
συνάντηση, συγκέντρωση, συνάθροιση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Ci sarà un raduno di motociclisti sabato al parco. Θα γίνει μια συνάντηση (or: μάζωξη) μοτοσικλετιστών στο πάρκο το Σάββατο. |
μίτινγκ, meeting(atletica) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) La mia squadra di atletica ha una gara questo week end. Η ομάδα μου στον στίβο έχει αγώνες αυτό το σαββατοκύριακο. |
συνάντηση, συνέλευση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) L'incontro della comunità è durato due ore. Η συνάντηση (or: συνέλευση) της κοινότητας κράτησε δύο ώρες. |
συνάντησηsostantivo maschile (casuale) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Gli incontri sono cosa comune tra gli studenti universitari. |
προσέγγιση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) L'incontro tra politici nordcoreani e sudcoreani ha segnalato un cambio delle politiche. |
συνάντηση φαλαινοθήρωνsostantivo maschile (tra balenieri) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
συνάντησηsostantivo maschile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) L'incontro casuale tra la sua nuova moglie e la sua ex ragazza lo ha reso nervoso. Η τυχαία συνάντηση της νέας συζύγου του με την πρώην κοπέλα του τον άγχωσε. |
ακρόασηsostantivo maschile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Il re presiede un incontro pubblico una volta all'anno. Ο βασιλιάς προβαίνει σε δημόσια ακρόαση μία φορά τον χρόνο. |
συνάντησηsostantivo maschile (inaspettato) (τυχαία, συμπτωματική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) L'incontro con la sua ex ragazza è stato imbarazzante. ⓘQuesta frase non è una traduzione della frase di origine. Είχαμε ένα συναπάντημα με την πρώην γυναίκα μου στο γάμου του Νίκου. |
αγώνισμα(sportivo) (συνήθως ατομικό άθλημα) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Nancy è iscritta a tre incontri nella prossima gara atletica. |
αγώνας(pugilato) (πυγμαχίας) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Ali e Frazier hanno combattuto l'incontro del secolo nel 1971. |
αναμέτρησηsostantivo maschile (sport) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) I tifosi di rugby attendono l'incontro di sabato tra Francia e Inghilterra. |
ραντεβού
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
σύσκεψη(συνήθως σε γραφείο κλπ) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Ο δάσκαλος έκανε μια συνάντηση με τους γονείς για να παρουσιάσει το πρόγραμμα σπουδών. |
προγραμματισμένος αγώνας(sport) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
διασταύρωση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) All'incrocio delle due strade nacque una città. Μια ολόκληρη πόλη δημιουργήθηκε στη διασταύρωση (or: συμβολή) των δύο δρόμων. |
συνάντηση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Gli amanti hanno fissato un appuntamento a mezzanotte dietro alla cappella. Οι εραστές κανόνισαν ένα ραντεβού τα μεσάνυχτα, πίσω από το παρεκκλήσι. |
επανένωσηsostantivo femminile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) I due vecchi amici non si vedevano da vent'anni e il loro incontro fu una lieta occasione. Οι δυο παλιοί φίλοι είχαν να ειδωθούν είκοσι χρόνια και η συνάντησή τους ήταν μια χαρούμενη περίσταση. |
αγώναςsostantivo maschile (sport) (πυγμαχίας) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) In duecento incontri il pugile ha perso solo dieci volte. Στους διακόσιους αγώνες, ο μποξέρ έχασε μόνο δέκα φορές. |
συγκέντρωσηsostantivo maschile (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
μάζωξηsostantivo maschile (incontro non formale) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Le ragazze hanno un incontro a casa mia stanotte. Τα κορίτσια έχουν συνάντηση σήμερα στο σπίτι μου. |
διασταύρωση(συνδυασμός) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La loro musica è un incrocio tra reggae e hip hop. Η μουσική τους είναι διασταύρωση ρέγκε με χιπ χοπ. |
σφίγγω το χέρι κπverbo transitivo o transitivo pronominale (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Il senatore ha tenuto un discorso e incontrato la gente per qualche minuto. |
συναντώ τυχαία, πέφτω πάνω(per caso) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ieri ho incontrato mio cugino al mercato. Συνάντησα το ξάδερφό μου στην αγορά εχθές. |
πέφτω πάνω σε κπ(qualcuno) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
πέφτω πάνω σεverbo transitivo o transitivo pronominale (μεταφορικά) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Ho appena incontrato per caso tuo fratello al negozio. Stava benissimo! |
Ας μάθουμε Ιταλικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του incontro στο Ιταλικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιταλικό.
Σχετικές λέξεις του incontro
Ενημερωμένες λέξεις του Ιταλικό
Γνωρίζετε για το Ιταλικό
Ιταλικό (italiano) είναι μια ρομανική γλώσσα και ομιλούνται από περίπου 70 εκατομμύρια ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ιταλία. Τα ιταλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Τα γράμματα J, K, W, X και Y δεν υπάρχουν στο τυπικό ιταλικό αλφάβητο, αλλά εξακολουθούν να εμφανίζονται σε δάνεια από τα ιταλικά. Τα ιταλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με 67 εκατομμύρια ομιλητές (15% του πληθυσμού της ΕΕ) και ομιλούνται ως δεύτερη γλώσσα από 13,4 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ (3%). Τα ιταλικά είναι η κύρια γλώσσα εργασίας της Αγίας Έδρας, η οποία χρησιμεύει ως lingua franca στη ρωμαιοκαθολική ιεραρχία. Ένα σημαντικό γεγονός που βοήθησε στη διάδοση της ιταλικής ήταν η κατάκτηση και κατοχή της Ιταλίας από τον Ναπολέοντα στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτή η κατάκτηση ώθησε την ενοποίηση της Ιταλίας αρκετές δεκαετίες αργότερα και ώθησε τη γλώσσα της ιταλικής γλώσσας. Τα ιταλικά έγιναν γλώσσα που χρησιμοποιούνταν όχι μόνο στους γραμματείς, τους αριστοκράτες και τα ιταλικά δικαστήρια, αλλά και από την αστική τάξη.